Θα προσθέταμε και τη φαιδρότητα στη σειρά των “φ” που εμφανίζουν μια συνάφεια, αλλά το φαινόμενο είναι αρκετά πιο σοβαρό και ευρύ.
Η ανάρτηση του Γιώργου Φιλιππάκη τις πρώτες ώρες της Κυριακής 28 Μαΐου, με γραφή που πρόδιδε ταραχή κατά την πληκτρολόγηση πάνω στην οθόνη αφής του κινητού του, “Μ'ολις με συν΄'ελαβαν” έκανε το γύρο του διαδικτύου, ως κοινοποίηση, ως σχόλιο, ως “είδηση” ακόμη και ως αφορμή για κινητοποίηση κάποιων ανθρώπων που έδωσαν την επομένη το πρωί ραντεβού έξω από την Γενική Αστυνομική Διεύθυνση Αττικής για να δηλώσουν την αλληλεγγύη τους και να καταδικάσουν την επιχείρηση καταστολής (και πράγματι πήγαν).
Πριν αλέκτορα φωνήσαι, μετά από λίγες ώρες, η “είδηση” είχε διαψευστεί από το περιβάλλον του ίδιου του δημοσιογράφου, με τον δικηγόρο του να υποστηρίζει ότι κάποιο άγνωστο πρόσωπο παραβίασε το λογαριασμό του Γιώργου Φιλιππάκη.
Το διάστημα που μεσολάβησε όμως ήταν αρκετό για να δείξει το τεράστιο κενό αξιοπιστίας που κρύβεται στο σύγχρονο τρόπο ενημέρωσης εκατομμυρίων ανθρώπων στη χώρα μας και σε όλο το δυτικό κόσμο.
Κακά τα ψέματα, το Facebook από δίκτυο φίλων που κοινοποιούν μεταξύ τους προσωπικές στιγμές ή διαδικτυακό περιεχόμενο που το βρίσκουν ενδιαφέρον, έχει εξελιχθεί σε μέσο ενημέρωσης επί παντός του επιστητού. Η ιστοσελίδα, καθώς έχει στόχο τη μεγιστοποίηση των αλληλεπιδράσεων και δι' αυτής τη μεγιστοποίηση των κερδών της, προωθεί και αναδεικνύει με τον αλγόριθμό της τις αναρτήσεις εκείνες που συγκεντρώνουν τα περισσότερα κλικ (like, κοινοποιήσεις, κλικ και σχόλια), χωρίς φυσικά να διαθέτει κάποιο “φίλτρο αλήθειας”. Εδώ βρίσκεται και η πηγή διασποράς των fake news σε όλο τον κόσμο, ένα φαινόμενο που προβληματίζει διεθνώς.
Για να είμαστε ειλικρινείς, η περίπτωση Φιλιππάκη είναι ιδιάζουσα, καθώς υπάρχει η εδραιωμένη (και δικαίως) πεποίθηση ότι ένας έμπειρος δημοσιογράφος, δεν μπορεί παρά να γράφει την αλήθεια.
Άλλωστε, δεν είναι πολύ μακρινές οι μνήμες από την πρώτη live μετάδοση σύλληψης στα social media, στις 28 Οκτωβρίου 2012 από τον Κώστα Βαξεβάνη. Τότε είχε αποδειχθεί αληθής η είδηση.
Αλλά και πιο πρόσφατα, τον Σεπτέμβριο του 2016, ο Στέφανος Χίος έστειλε στην ιστοσελίδα του μια selfie φωτογραφία του από το περιπολικό, μετά την επ' αυτοφόρω σύλληψή του.
Στην υπόθεση Φιλιππάκη το μείζον θέμα είναι η ελευθερία έκφρασης στο διαδίκτυο. Όμως και το δικαίωμα στην ενημέρωση είναι ένα ζήτημα που αγγίζει τον πυρήνα της δημοκρατίας. Το πόσοι (και ποιοι) την πάτησαν με τη “σύλληψη Φιλιππάκη” λοιπόν θα πρέπει να προβληματίσει.
Η ασπίδα απέναντι στα fake news είναι τριπλή:
Επιλεκτικότητα στις πηγές ενημέρωσης
Καχυποψία απέναντι σε “μεγάλες” ειδήσεις
Διασταύρωση των πληροφοριών
Δυστυχώς, το διαδίκτυο επιβραβεύει αποκλειστικά σχεδόν τους ψηφιακούς εκδότες που ανεβάζουν μεγάλο αριθμό δημοσιεύσεων και με αστραπιαία ταχύτητα. Είναι βέβαιο ότι σε τέτοιες συνθήκες θα ξεφύγουν “μαργαριτάρια”, αν δεν γίνεται μάλιστα και σκόπιμα, ως clickbait που θα αποφέρει διαφημιστικά έσοδα από τη Google.
Για όσο διάστημα οι δημοσιογραφικές ενώσεις δεν λαμβάνουν μέτρα ελέγχου στις γαλέρες του διαδικτύου και των social media, το βάρος της επαγρύπνησης πέφτει στον αναγνώστη.
Οι χρήστες έχουν ευθύνη και αυτοί για ό,τι αναδημοσιεύουν. Το ότι δεν είναι κανείς δημοσιογράφος δεν αποτελεί δικαιολογία. Την ίδια ροπή προς τον εύκολο εντυπωσιασμό δεν την έχουν μόνο οι ιστοσελίδες αλλά και τα προφίλ στα κοινωνικά δίκτυα που το καθένα με έναν τρόπο έχει τον ίδιο ρόλο (ή και μεγαλύτερο σε πολλές περιπτώσεις) από ένα σάιτ.
Σκίτσο: Tomas / cartoonmovement.com