20.8 C
Athens
Πέμπτη, 18 Απριλίου, 2024

ΕΠΙΚΟΙΝΩΝΙΑ

Ελληνοτουρκική Αντίθεση: «Καημένε Μακρυγιάννη να ‘ξερες γιατί το τζάκισες το χέρι σου», του Αλέκου Αναγνωστάκη

Χρειάστηκαν μια συμφωνία μερικής οριοθέτησης της ΑΟΖ μεταξύ Ελλάδας και της Αιγυπτιακής χούντας και λίγες μόνο ημέρες για να περάσουν στα αζήτητα η πρόσφατη δήλωση του κυβερνητικού εκπροσώπου και η ανακοίνωση του ΣΥΡΙΖΑ περί της θετικής ενέργειας του παγώματος των ερευνών στην ανατολική Μεσόγειο που ανακοίνωσε στις 28 Ιούλη ο εκπρόσωπος της τουρκικής προεδρίας, Ibrahim Kalin «ως μια εποικοδομητική προσέγγιση του Ταγίπ Ερντογάν στις διαπραγματεύσεις».

 

Η προγραμματισμένη συνάντηση εκπροσώπων της ελληνικής και τούρκικης κυβέρνησης που προωθούνταν  μετά και την παρέμβαση της Γερμανικής κυβέρνησης αλλά και των ΗΠΑ, Ρωσίας και Γαλλίας απωθείται στο μέλλον.

Από τις 10 Αυγούστου το τουρκικό ερευνητικό πλοίο Oruc Reis, με τα δύο βοηθητικά του πλοία Αταμάν και Τζένγκις Χαν, και έναν μικρό στολίσκο από τουρκικά πολεμικά πλοία που το συνοδεύουν σε απόσταση δράσης, πλέει νοτίως της Μεγίστης, στην ευρύτερη θαλάσσια περιοχή του Καστελόριζου, πάνω από την ελληνική υφαλοκρηπίδα. 

 

Να σημειωθεί πως μετά τις πρόσφατες, και όπως πάντα υλοποιούμενες, δηλώσεις του Ταγίπ Ερντογάν ότι η Τουρκία θα ξαναστείλει ερευνητικά πλοία για σεισμικές έρευνες, πάνω από είκοσι  τουρκικά πολεμικά πλοία έχουν βγει από τον ναύσταθμο του Ακσάζ και έχουν αναπτυχθεί σε διεθνή ύδατα σε δύο περιοχές: μεταξύ Καστελόριζου και Ρόδου αλλά και μεταξύ Ρόδου και Κρήτης, όπου παρατηρείται η μεγαλύτερη συγκέντρωση τουρκικών πολεμικών ναυτικών μονάδων.

Τα τουρκικά πλοία πλέουν σε διεθνή ύδατα – τέτοια είναι τα ύδατα υπεράνω της υφαλοκρηπίδας – και όχι σε ύδατα ελληνικής κυριαρχίας όπως εμμέσως πλην σαφώς αφήνουν να εννοηθεί ελληνικά μέσα μαζικής επικοινωνίας και πολιτικά κόμματα. Το Ορούτς Ρέις και η συνοδεία του έχουν, επιπλέον, τη νόμιμη δυνατότητα να παραμείνουν στη θαλάσσια περιοχή που έχουν προσδιορίσει με την Navtex που εξέδωσε η τούρκικη κυβέρνηση στις δέκα Αυγούστου μέχρι την ημερομηνία που αυτή λήγει, στις 23 Αυγούστου. Γι αυτό εξάλλου και μπαινοβγαίνουν στην ελληνική υφαλοκρηπίδα, σήμερα Πέμπτη έχουν εξέλθει.

Το ζήτημα φυσικά  δεν είναι η καθ´ όλα νόμιμη πλεύση ερευνητικού πλοίου σε διεθνή ύδατα, ούτε πως δεν υπάρχει κάποιου είδους περιορισμός για την κίνηση πολεμικών πλοίων οποιασδήποτε χώρας, άρα και της Τουρκίας, στην ανοικτή θάλασσα, και επομένως το Ορούτς Ρέις και η συνοδεία του, υπ’ αυτή την έννοια, δεν ασκούν κάποιου είδους παραβίαση των κανόνων της διεθνούς ναυσιπλοΐας. Ούτε πως τα καλώδια του παραμένουν ποντισμένα, πράξη που αποτελεί συνειδητή και σχεδιασμένη προπαρασκευαστική διαδικασία για σεισμικές έρευνες και όχι έναρξη ερευνών. (Οι κυβερνητικές διαρροές πως «σύμφωνα με εκτιμήσεις της ελληνικής πλευράς, το Ορούτ Ρέις δεν μπορεί να προχωρήσει σε ερευνητικό έργο λόγω του θορύβου που προκαλούν τα πλοία που βρίσκονται κοντά του, του στυλ δηλαδή ας βάλουμε και  στη διαπασών heavy metal, βρίσκονται στην περιοχή του φαιδρού).

Το ζήτημα είναι το πολιτικό μήνυμα που εκπέμπει η τούρκικη κυβέρνηση και το γενικό πολιτικό πλαίσιο στο οποίο εντάσσεται η εξαιρετικά προσεγμένη ενέργεια της. «Το τουρκικό Ναυτικό συνοδεύει και προστατεύει το Oruc Reis κι έχουν ληφθεί όλα τα μέτρα για την προστασία των δικαιωμάτων, των συμφερόντων της Τουρκίας στις θαλάσσιες περιοχές που πηγάζουν από το διεθνές δίκαιο. Η Τουρκία έχει την αποφασιστικότητα, τη θέληση και την ικανότητα να υπερασπιστεί τα δικαιώματα και τα συμφέροντα της στη Γαλάζια Πατρίδα της που περιλαμβάνει και την Κύπρο.

Στην ανατολική Μεσόγειο δεν υπάρχει κανένα ενδεχόμενο επιβίωσης οποιουδήποτε σχεδίου που δεν περιλαμβάνει την Τουρκία και την “Τουρκική Δημοκρατία της Βόρειας Κύπρου” και δεν θα επιτρέψουμε τετελεσμένα στην περιοχή».

 

Η ανακοίνωση αυτή της τούρκικης κυβέρνησης, σε πρώτη ανάγνωση, είναι εξαιρετικά ακριβής και απολύτως σαφής.

 

Οι άνισες επιθετικότητες 

Ωστόσο η ανακοίνωση είναι το επιμέρους. 

«Για πρώτη φορά μετά τον Β’ Παγκόσμιο Πόλεμο γινόμαστε μάρτυρες μιας νέας αναδιάρθρωσης του κόσμου. Η Τουρκία έχει την ευκαιρία να βρίσκεται στο επίκεντρο αυτής της διαδικασίας» δηλώνει ο Τούρκος πρόεδρος σε πρόσφατη ομιλία του.

Αυτή είναι και η ουσία και το γενικό πλαίσιο της πολιτικής του ΑΚΡ, του Ερντογάν, αλλά και (με διαφορετικό image) ισχυρής μερίδας των Κεμαλιστών, αυτή είναι η τούρκικη Μεγάλη Ιδέα που μόνο δεινά επιφυλάσσει για τον τούρκικο, τον ελληνικό και τους λαούς της περιοχής.

Στα πλαίσια αυτά η Τουρκία αναζητά και προωθεί έμπρακτα (και όπου κατά τις εκτιμήσεις της χρειαστεί  με τα όπλα) έναν ευρύτερο ρόλο στην περιοχή της Μεσογείου και στον ευρύτερο αραβικό κόσμο στη βάση των σύγχρονων συμφερόντων της αλλά και της ιστορίας, όπως η τουρκική άρχουσα τάξη την μετασχηματίζει και τη μορφοποιεί ώστε το παρελθόν να εξυπηρετεί το επιδιωκόμενο από αυτήν μέλλον.

Γ αυτό επιχειρεί και στρατιωτικά στη Συρία, στη Λιβύη και στο Βόρειο Ιράκ. Επισυνάπτει την (26η στη σειρά από το 1998!) νέα αμυντική συμφωνία με την Αλβανία. Δημιουργεί στρατιωτική βάση στη Σομαλία και Κατάρ. Απορρίπτει το ενδεχόμενο να υπογραφεί συμφωνία κατάπαυσης του πυρός στη Λιβύη αν δεν επιστραφούν η Σύρτη και η βάση Αλ Τζούφρα στις δυνάμεις του φιλότουρκου πρωθυπουργού Σάρατζ, στη βάση του ιστορικού κατά τον Ερντογάν καθήκοντος «να προστατεύσουμε τους συγγενείς μας στη Λιβύη».

Στα ίδια πλαίσια και γι αυτό το σκοπό η Τουρκία δρα πλέον ως αναθεωρητική δύναμη  των συμφωνιών του Μοντρέ και της Λωζάννης που καθόρισαν τα σύνορα της όχι μόνο προς Ανατολάς αλλά και προς δυσμάς και προς Νότο. Ισχυρίζεται,  δημόσια πλέον, κατ’ επανάληψη και επίσημα, πως οι διεθνείς συμφωνίες ισχύουν για 100 χρόνια – έτσι αυθαίρετα- και άρα από το 2023 παύει η ισχύς των πιο πάνω συμφωνιών. Τα δυσκολότερα  με λίγα λόγια έπονται…

Η κατάσταση επομένως είναι διαφορετική, η αντιμετώπιση της δεν μπορεί να γίνεται όπως πάντα και όπως συνήθως.

 

Η πολιτική της επιτήδειας ουδετερότητας

Οι ΗΠΑ αντιμετωπίζουν πλέον την Τουρκία ως μια ισχυρή περιφερειακή δύναμη που την χρειάζονται μεν στο συμμαχικό στρατόπεδο, αλλά με τέτοιο τρόπο δε ώστε να περιορίζεται ακριβώς στον περιφερειακό της, ισχυρό έστω, ρόλο και όχι στον επιδιωκόμενο από την τούρκικη ελίτ ευρύτερης γεωπολιτικής, στρατιωτικής και οικονομικής δύναμης.

Γι αυτό και δεν διστάζουν να επιχειρούν να την περιορίζουν, να την «κονταίνουν», χρησιμοποιώντας κατάλληλα, δυνάμεις της περιοχής, κυρίως φιλοδυτικούς Κούρδους σε μια εποχή μάλιστα ανακατατάξεων στην πυραμίδα του ιμπεριαλιστικού κόσμου.

Στα πλαίσια αυτά το state department  ακολουθεί σταθερά την πολιτική τη επιτήδειας ουδετερότητας. Ουδέποτε μίλησε για τούρκικη παραβατικότητα, ποτέ δεν είπε για απειλούμενα ελληνικά κυριαρχικά δικαιώματα. Ζητά «να πέσουν οι τόνοι» παροτρύνοντας  «τους συμμάχους μας στο ΝΑΤΟ, την Ελλάδα και την Τουρκία να συνεργαστούν για να διατηρήσουν την ειρήνη και την ασφάλεια στην περιοχή … να απέχουν από όλες τις ενέργειες που ενέχουν τον κίνδυνο αύξησης των εντάσεων στην Ανατολική Μεσόγειο», να μην υπάρξουν τετελεσμένα για διαφιλονικούμενες περιοχές”.

Αυτές τις δηλώσεις, αυτήν την πολιτική «οι δικοί μας» τις ερμηνεύουν  «στο πλευρό μας οι ΗΠΑ»!!!

Η ΕΕ, έτσι γενικά και ουδέτερα, χαρακτήρισε δια του ύπατου εκπροσώπου της για ζητήματα Εξωτερικής Πολιτικής, Ζοζέπ Μπορέλ, «εξαιρετικά ανησυχητική» την «πρόσφατη ναυτική κινητικότητα στην Ανατολική Μεσόγειο», τονίζοντας πως «δεν συμβάλλει στην εξεύρεση λύσεων», πως «αντίθετα, θα οδηγήσει σε μεγαλύτερο ανταγωνισμό και δυσπιστία». Ύπνο αυτήν την οπτική ενώ ο Μπορέλ δηλώνει ότι θα συνεδριάσουν οι υπουργοί εξωτερικών της ΕΕ για Ανατολική Μεσόγειο, Λευκορωσία και Λίβανο, εντούτοις  το κυβερνητικό στρατόπεδο  πανηγυρίζει: «άμεση η ανταπόκριση  στο αίτημα του Δένδια».

Αλλά πώς να πράξει σαφέστερα όταν η Γερμανία έχει εξαιρετικά ισχυρά συμφέροντα τόσο στο εμπόριο – η Τουρκία π.χ. κατατάσσεται μακράν πρώτη ως προς τις εισαγωγές γερμανικών όπλων (το 2018 είχαν συνολικά αξία 242,8 εκατ. ευρώ, σχεδόν το ένα τρίτο του τζίρου της γερμανικής βιομηχανίας) όσο και στο εσωτερικό της ίδιας της Γερμανίας με τα τρία εκατομμύρια(!) Τούρκους μετανάστες.

Γι αυτό εξάλλου και ο γερμανικός τύπος ακολουθεί μια εξαιρετικά ψυχρή στάση στα τεκταινόμενα- αν όχι και ελαφρά ευνοϊκή προς την κυβέρνηση Ερντογάν – ενόψει της διαφαινόμενης αποδοχής (και προώθησης από ό,τι φαίνεται) από τη γερμανική κυβέρνηση της πρότασης που κατέθεσε ο Ερντογάν περί συνεννόησης των χωρών της Μεσογείου για την εκμετάλλευση των υδρογονανθράκων. «Ας ενωθούμε όλες οι χώρες της Μεσογείου. Ας βρούμε μια φόρμουλα που να είναι αποδεκτή από όλους και να προστατεύει τα δικαιώματα όλων», τόνισε ο Τούρκος πρόεδρος.

Η Γαλλική ελίτ δια των κυβερνήσεων της στρέφεται εναντίον της πολιτικής Ερντογάν καθώς το Γαλλικό κεφάλαιο νοιώθει να απειλείται από την εντεινόμενη διείσδυση του τούρκικου κεφαλαίου στην Αφρική, περιοχή ειδικών και υψηλών Γαλλικών συμφερόντων από την εποχή της αποικιοκρατίας.

Γι αυτό και συμμαχεί στρατιωτικά με Ελλάδα και Κύπρο στέλνοντας κατά καιρούς «αεροπλάνα και παπόρια»

Το σχήμα επομένως μιας συμπαγούς και μονόπλευρα θετικής στάσης της ΕΕ και των αμερικάνων κ.λπ. υπέρ του τούρκικου καπιταλιστικού σχηματισμού και σε βάρος, αιωνίως και σταθερά, του ελληνικού καπιταλισμού σε αυτήν μάλιστα την μεταβατική εποχή των οικονομικών, γεωπολιτικών και στρατιωτικών διαταράξεων και ανακατατάξεων δεν λειτουργεί, δεν επαληθεύεται.

Η εικόνα λοιπόν είναι η εξής: Η τούρκικη ολιγαρχία συγκροτεί κρατικές συμμαχίες και άξονες για την επιθετική προώθηση της σύγχρονης τούρκικης μεγάλης Ιδέας.

Η δε ελληνική συμμαχεί με τις ποιο ισχυρές στρατιωτικές και αυταρχικές δυνάμεις της Μεσογείου, το Ισραήλ και την Αίγυπτο, γράφει στα παλιά της υποδήματα τα δικαιώματα του Παλαιστινιακού λαού και τα ψηφίσματα του ΟΗΕ (έχοντας από κοντά την εκφυλισμένη κυπριακή κυβέρνηση) ποντάροντας σε μια πολιτική του μέγιστου δυνατού αποκλεισμού της Τουρκίας, γεωπολιτικού και ενεργειακού.

 

Απ’ όπου κι αν τους πιάσεις βρωμούν

Και οι δυο πλευρές έχουν εναποθέσει στην ακροδεξιά το ρόλο του ροπαλοφόρου «Ηρακλή του στέμματος».

«Η Ελλάδα έχει εχθρική συμπεριφορά. Αλλά όλοι ξέρουν και ο τουρκικός λαός τι κάνει στους εχθρούς. Ο τουρκικός λαός δεν αστειεύεται. Όσοι κάνουν προβοκάτσιες στη θάλασσα τους περιμένει ο πνιγμός. Το αποτέλεσμα των προκλήσεων στα χωρικά μας ύδατα, είναι η βύθιση, οι κοιλιές των ψαριών, ο βυθός. Κανένας δεν θα μπορέσει να εκδιώξει την Τουρκία από την Μεσόγειο, να μας εγκλωβίσει στην Ανατολία. Δεν έχει τέτοια δύναμη. Όσοι έρχονται με οργή εναντίον μας επαναφέροντας τους λογαριασμούς του παρελθόντος ή έχουν χάσει τη λογική τους ή από το πολύ συρτάκι έχει μουδιάσει το σώμα και το μυαλό τους» διακηρύσσει ο αρχηγός του τουρκικού ακροδεξιού κόμματος MHP, Ντεβλέτ Μπαχτσελί.

 

Τα ίδια ακριβώς διακηρύσσουν η «Ελληνική Λύση» του Βελλόπουλου, η Χρυσή Αυγή άλλα νεολοκληρωτικά σχήματα, η Ελεύθερη ¨Ώρα, σκοταδιστικά έντυπα ακόμη και η Εστία («Τίποτα δεν περιμένω, τίποτα δεν θέλω, το παιχνίδι είναι στημένο και οπό πριν ξεπουλημένο, και όποιος παίζει το γνωρίζει» σημειώνει η Εστία πρόσφατα κριτικάροντας την έλλειψη κυβερνητικής επιθετικότητας και αποφασιστικότητας).

Με αυτές τις πολιτικές το λαϊκό κίνημα, στην όποια κατάσταση κι αν βρίσκεται, δεν μπορεί και δεν επιτρέπεται νάχει καμία απολύτως σχέση. Απ’ όπου κι αν τις πιάσεις βρωμούν.

Επιπλέον, στις σημερινές συνθήκες ειδικά είναι άλλο πράγμα να ασκείς μετασχηματιστική, αυστηρή και με αρχές, κριτική  στη βάση μιας πολιτικής συγκέντρωσης δυνάμεων ικανών να αναμετρηθούν νικηφόρα με την αστική λαίλαπα και άλλο πράγμα να μετατρέπεσαι σε κεφαλοκυνηγό «οπορτουνιστών», τους οποίους μάλιστα εν πολλοίς, κατασκευάζεις.

Είναι άλλο πράγμα η υπαρκτή αλλά άνιση (υπέρ της τουρκικής ολιγαρχίας) επιθετικότητα και των δυο και άλλο πράγμα να βγάζεις τελείως έξω από το κάδρο τον αυτοτελή ρόλο και τις μικρομεσαίες και προβληματικές αυτοτελείς επιδιώξεις της ελληνικής ολιγαρχίας η οποία αγκιστρώνεται όπως ο κορωνοϊός στα κεντρικά ιμπεριαλιστικά κέντρα – πότε τα γαλλικά, πότε τα αμερικάνικα, πότε τα γερμανικά και πότε σε συνδυασμό – προκειμένου να εξυπηρετήσει τη σύγχρονη Μεγάλη Ιδέα του πετρελαιά της Μεσογείου.

Είναι άλλη ποιότητας θέμα να αρνείσαι την ύπαρξη καν της ΑΟΖ και άλλο πράγμα να αγωνίζεσαι για τα «πεζούλια»  και τα κυριαρχικά δικαιώματα της χώρας σου ώστε το «πεζούλι» όχι μόνο να υπάρχει αλλά και να μετατρέπεται σε κέντρο της εργατικής πολιτικής.

Είναι άλλη η οπτική  του να απορρίπτεις, και μάλιστα συνολικά και ως ζήτημα αρχής, τις εξορύξεις και άλλη η επιδίωξη για αρμονική σχέση ανθρώπου με τη φύση που θα περιλαμβάνει και την εξορυκτική πολιτική, παρά και ενάντια στα μονοπώλια και στην ασυδοσία της αγοράς, συνοδευόμενη από μια πολιτική κατάλληλης αποκατάστασης των τραυμάτων της φύσης.

Είναι διαφορετικό ζήτημα η έμπρακτη προώθηση της δημόσιας διακηρυγμένης πολιτικής για τον κοινό αγώνα του τούρκικου και ελληνικού λαού  ενάντια στον νεοφιλελευθερισμό – ισλαμικής, αλά Ερντογάν, ή ευρωπαϊκής, αλά Μητσοτάκη,  κόπιας – και για την αποτροπή του πολέμου,  ώστε αυτός να μην ξεσπάσει, και άλλο πράγμα η αντιμετώπιση αυτής της πολιτικής ως πασιφιστικής. Λες και ο πόλεμος είναι αναπόφευκτος (γι αυτό ας προβάλλω από τώρα το σωστό κατά τα άλλα στόχο του «δεν πολεμώ για την ολιγαρχία» λες και έχεις ήδη ηττηθεί στον αγώνα για την αποτροπή του). Ή λες και το σύνθημα της αποτροπής του πολέμου είναι πασιφιστικό και όχι νομιμοποιητικό στη λαϊκή συνείδηση «για το μετά», για την αναπόφευκτη μεγάλη αναμέτρηση των λαϊκών δυνάμεων απέναντι στις αντιδραστικές δυνάμεις της αστικής παρακμής.

 

 

0ΥποστηρικτέςΚάντε Like

ΤΕΛΕΥΤΑΙΑ ΑΡΘΡΑ ΑΠΟ ΣΥΝΤΑΚΤΗ

ΠΡΟΣΦΑΤΑ ΑΡΘΡΑ

ΔΗΜΟΦΙΛΗ