19.2 C
Athens
Πέμπτη, 18 Απριλίου, 2024

ΕΠΙΚΟΙΝΩΝΙΑ

Ανακοίνωση Σύγχρονου Κομμουνιστικού Σχεδίου για την πανδημία, τις πολιτικές εξελίξεις και τι αναγκαίες πρωτοβουλίες για την Αριστερά

 

 

Το Σύγχρονο Κομμουνιστικό Σχέδιο δημοσιεύει την απόφαση της πρόσφατης διαδικτυακής του συνέλευσης στα πλαίσια προώθησης του διαλόγου και της κοινής δράσης  των δυνάμεων της μαχόμενης Αριστεράς.

 

 Α. ΟΙ ΝΕΕΣ ΣΥΝΘΗΚΕΣ

 

Πάνω στο γενικότερο έδαφος της πολλαπλής κρίσης του καπιταλισμού και των δυο αιχμών της (υγειονομική και οικονομική κρίση), το προηγούμενο τρίμηνο σημειώθηκαν σημαντικές τροποποιήσεις:

  1. Η κατάσταση στο δεύτερο κύμα στην Ελλάδα, διαφέρει ουσιαστικά από την κατάσταση στο πρώτο κύμα, με την εκτίναξη κρουσμάτων, νοσούντων, εισαχθέντων σε ΜΕΘ και θανάτων. 

Η κυβέρνηση έχει εγκληματικές ευθύνες για αυτή την κατάσταση. 

Επικεντρώθηκε σε μια κατασταλτική διαχείριση της υγειονομικής πολιτικής, που οδήγησαν στη στρατηγική του «διαρκούς λοκντάουν – ακορντεόν» μέχρι το μαζικό εμβολιασμό. 

Τα αποτελέσματα αυτής της στρατηγικής έπληξαν και θα πλήξουν ακόμη περισσότερο την εργατική τάξη και τα φτωχά λαϊκά στρώματα.

Μπροστά μας βρίσκεται το τρίτο, χειμωνιάτικο κύμα, που συνήθως είναι και πιο μαζικό και πιο φονικό. Έχουν επιτευχθεί σημαντικά επιστημονικά άλματα στα εμβόλια, αλλά και στα φάρμακα και στις στρατηγικές θεραπείας,  που γεννούν βάσιμες ελπίδες στους λαούς. Όμως, η επίτευξη μαζικής κοινωνικής ανοσίας μέσω του εμβολιασμού χρειάζεται χρόνο που υπολογίζεται σε πολύ πάνω από έξι μήνες. Την κατάσταση χειροτερεύουν οι κρατικοί και επιχειρηματικοί ανταγωνισμοί και η μαζική καχυποψία των λαών την οποία εκμεταλλεύονται τα ακροδεξιά, ανορθολογικά ρεύματα. 

Συνεπώς, το ζήτημα της πανδημίας, η αντιμετώπιση της αστικής – κυβερνητικής πολιτικής, η προβολή ενός πλαισίου διεκδίκησης για την προάσπιση της δημόσιας υγείας, η συγκέντρωση δυνάμεων γύρω από αυτό και η οργάνωση της πάλης για την επιβολή του, παραμένει και αναβαθμίζεται ως πολιτικό καθήκον.

 

  1. Η γραμμή «άνοιγμα με ρίσκο» για να σωθεί η παραγωγή, ο τουρισμός, τα κέρδη, οδήγησαν σε αντίθετα αποτελέσματα, σε χειρότερη κατάσταση στην οικονομία και σε εκτίναξη του δημόσιου χρέους.

 

Οι εργαζόμενοι και τα λαϊκά στρώματα βρίσκονται ενώπιον μια νέας, υπερδεκάχρονης και εξοντωτικής επίθεσης. Η κυβέρνηση και η αστική πολιτική κινούνται με ένα μείγμα ενεργοποίησης του κράτους για τη σωτηρία των μεγάλων επιχειρήσεων, οργανωμένης καταστροφής αδύναμων κεφαλαίων, μαζικής καταστροφής ειδικά των πολύ μικρών επιχειρήσεων. Ταυτόχρονα, προωθούν τις μαζικές ιδιωτικοποιήσεις, οι οποίες συναντούν αντιδράσεις (βλ. εννέα ομοσπονδίες). Ετοιμάζει κρατική – νομοθετική παρέμβαση για μια νέα μείωση των μισθών, για αύξηση του εργάσιμου χρόνου, για τη διείσδυση του εργάσιμου στον ελεύθερο χρόνο, για άλματα στην ελαστικοποίηση, για μείωση των συντάξεων και ιδιωτικοποίηση του ασφαλιστικού, ξεκινώντας από τις επικουρικές ασφαλίσεις, που θα συνοδεύεται από ένα «ελάχιστο εγγυημένο εισόδημα» για τους πολύ φτωχούς. Όλα αυτά συμπυκνώνονται στο νομοσχέδιο Βρούτση και στην έκθεση Πισσαρίδη. 

 

Τα νεοφιλελεύθερα δόγματα καταπατούνται από την κρατική παρέμβαση για να επιστρέψουν βαθύτερα και καθολικότερα. Η πολιτική αυτή ακολουθείται τόσο από τον δεξιό φιλελευθερισμό, όσο και από τον σοσιαλ – φιλελευθερισμό, καθώς και από τον ακροδεξιό νεοσυντηρητισμό. Έρχεται σε καταφανή αντίθεση με τις ανεπανάληπτες κατακτήσεις της επιστήμης και του ανθρώπινου πολιτισμού. Αδυνατεί να καλύψει ακόμη και τις στοιχειώδεις ανάγκες της κοινωνικής πλειοψηφίας (υγεία, στέγαση, διατροφή, αναπαραγωγή της λαϊκής οικογένειας, εκπαίδευση, σταθερή εργασία, διασκέδαση κ.α.). Δημιουργεί μια πρωτοφανή κοινωνική πόλωση. Δημιουργεί συνθήκες βαθύτερης υποταγής των εργαζομένων. Ταυτόχρονα, εγκυμονεί μεγάλες κοινωνικές και πολιτικές αναστατώσεις.

 

  1. Η συνεχιζόμενη ένταση του ελληνοτουρκικού ανταγωνισμού, οι αντι-συσπειρώσεις της κυβέρνησης Μητσοτάκη και, κυρίως, η προετοιμασία για έναν συμβιβασμό στην Αν. Μεσόγειο και το Αιγαίο, σε βάρος του ελληνικού κεφαλαίου και, με άλλο τρόπο, των κυριαρχικών δικαιωμάτων του ελληνικού λαού πάνω στην διχοτόμηση της Κύπρου ή σε μια συνομοσπονδία ημι-προτεκτοράτο υπό την ιμπεριαλιστική κηδεμονία.

 

  1. Η αυξανόμενη λαϊκή δυσαρέσκεια για την κυβερνητική πολιτική εξαιτίας όλων των παραπάνω. Η δυσαρέσκεια είναι ακόμη ασαφούς πολιτικού προσανατολισμού και δεν κλονίζει βεβαίως την πολιτική κυριαρχία της κυβέρνησης. Η κυριαρχία αυτή στηρίζεται στην ανώτατη, μονοπωλιακή και τεχνοκρατική ολιγαρχία, που είδε την παραγωγική λειτουργία να συνεχίζεται, ενώ καρπώθηκε και πρόσθετα κέρδη. Όμως, η επιθετική πολιτική της κυβέρνησης δημιουργεί ρωγμές στην προηγούμενη πλατιά βάση της κοινωνικής συναίνεσης και των συμμαχιών της αστικής τάξης (π.χ. μικρομεσαία, ακόμη και μεσαιο-ανώτερα, αστικά στρώματα σε τουρισμό, εστίαση, διασκέδαση), που εκφράζεται με τα πρώτα σημάδια διαφοροποιήσεων στο κυβερνητικό στρατόπεδο. Ιδιαίτερα στην εργατική τάξη, γενικά στα κατώτερα λαϊκά στρώματα και στη νεολαία εμφανίζονται σημάδια οργής και συσσωρεύεται εκρηκτικό κοινωνικό υλικό.

 

  1. Πάνω στο έδαφος αυτό και για την προληπτική αντιμετώπιση της κοινωνικής δυσαρέσκειας και της δυναμικής της, αναπτύσσεται η άνοδος της κυβερνητικής – κρατικής βίας και καταστολής.

 

Η τάση αυτή  είναι απότοκο της γενικότερης ροπής του ολοκληρωτικού καπιταλισμού (βλ. Γαλλία, Μ. Βρετανία, ΗΠΑ κ.α.), των μεγάλων κοινωνικών ανισοτήτων. Αποτελεί εσωτερικό στοιχείο του «αφηγήματος» της συγκεκριμένης κυβέρνησης Μητσοτάκη («νόμος και τάξη»). 

Τα καινούρια δεδομένα είναι η δημιουργία ενός ανώτερου νομικού οπλοστασίου, η επιλογή της καταστολής ως εργαλείου για την πανδημία, η εκτροπή από αστικές συνταγματικές ελευθερίες με πρόσχημα την πανδημία και οι απαγορεύσεις, όχι μόνον προς το «εξωκοινοβουλευτικό» μαζικό κίνημα, αλλά και προς την κοινοβουλευτική Αριστερά, ακόμη και προς την κοινοβουλευτική αντιπολίτευση. 

Η κυβερνητική στροφή στην καταστολή δείχνει ότι η αστική πολιτική για την αντιμετώπιση κυρίως της νέας οικονομικής κρίσης δεν μπορεί να στηριχθεί στην εργατική και λαϊκή ανοχή, πολύ περισσότερο, στη συναίνεση, όπως έγινε επί κυβερνήσεων ΣΥΡΙΖΑ. Πρέπει να επιβληθεί δια της βίας. Το «καρότο» θα υπάρχει βέβαια, αλλά ως δευτερεύον στοιχείο.

 

Β. Η ΚΥΒΕΡΝΗΤΙΚΗ ΚΑΙ ΚΡΑΤΙΚΗ ΒΙΑ

 

Η ανάπτυξη της κυβερνητικής βίας που ολοένα και συχνότερα φτάνει στα όρια της ανοιχτής τρομοκρατίας, έχει διπλό στόχο: Αφενός, τον κλονισμό του ηθικού της πρωτοπορίας του λαϊκού κινήματος (δεσπόζον στοιχείο) και αφετέρου, τον περιορισμό της μαζικής λαϊκής διαμαρτυρίας για την πολιτική της (κυρίαρχο). 

Και τα δυο στοχεύουν στο παρόν, κυρίως, όμως, στο ανήσυχο μέλλον των γεγονότων που πλησιάζουν, έτσι ώστε να βγει το εργατικό και λαϊκό κίνημα «σιδηροδέσμιο» από την πανδημία. Γενίκευση και αποκορύφωμα των προηγουμένων ήταν η εκπόνηση ενός συγκεκριμένου σχεδίου για το φετινό Πολυτεχνείο. Το οποίο αποτέλεσε στροφή και υπόδειγμα για τις επόμενες κινήσεις, όπως φάνηκε στις 6 Δεκέμβρη, αλλά και για το άμεσο μέλλον.

 Η κυβέρνηση και η αστική πολιτική, στο Πολυτεχνείο, υπέστησαν ένα μερικό πλήγμα. 

Η Αριστερά αρνήθηκε να υποταχθεί στο συμβολικό, αστυνομευμένο εορτασμό, δεν πειθάρχησε στην αντιδραστική «αστική νομιμότητα». Έσπασε στην πράξη την απαγόρευση. Κατάφερε να δημιουργήσει ένα ευρύτερο αλλά ευκαιριακό, αντικυβερνητικό, δημοκρατικό μέτωπο. Η στάση αυτή βοήθησε στο να μη σπάσει το φρόνημα της πρωτοπορίας και να εμφανιστεί -ως υπόσχεση και όχι ως πραγματικότητα-, ένας πόλος αντιπολίτευσης στην κυβέρνηση από τα αριστερά και όχι από την ακροδεξιά και το σκοταδισμό (όπως π.χ. σε Ιταλία, Βρετανία, Γερμανία κ.α.).

Ωστόσο, η κυβέρνηση κατάφερε να επιβάλει το κύριο: να μην πραγματοποιηθεί μια μαζική πορεία προς την αμερικανική πρεσβεία. Το πρόβλημα επανεμφανίστηκε σε μεγαλύτερη ένταση στην απεργία της 26ης Νοέμβρη και στις 6 Δεκέμβρη, διότι δεν εντοπίστηκαν μάχιμα, αυτοκριτικά και ενωτικά, τα κενά και οι αδυναμίες του Πολυτεχνείου.  Η απεργία παρά την αναγκαιότητά της, απέτυχε. Αποτελεί σημαντικό ζήτημα να εντοπιστεί  το πρόβλημα και όχι να ωραιοποιηθεί– αν θέλουμε να αλλάξουμε μάχιμα την κατάσταση. Στις 6 Δεκέμβρη η κυβέρνηση πέτυχε ένα σημαντικό χτύπημα σε ορισμένες οργανώσεις. Αυτές οι επιπτώσεις μπορούν να αναταχθούν, με την προϋπόθεση του εντοπισμού των λαθών και αδυναμιών και της λήψης σύνθετων μέτρων, στο πλαίσιο μιας άλλης πολιτικής.

 

Γ. ΟΙ ΑΔΥΝΑΜΙΕΣ ΧΩΡΙΣ ΩΡΑΙΟΠΟΙΗΣΗ

 

Η Αριστερά και το Σύγχρονο Κομμουνιστικό Σχέδιο, στο Πολυτεχνείο και στις επόμενες προσπάθειες, δεν αντιμετωπίσαμε επιτυχώς το δεύτερο στόχο της αστικής, κυβερνητικής πολιτικής: την αποτροπή εκδήλωσης της μαζικής διαμαρτυρίας. Η αμφισβήτηση της απαγόρευσης περιορίστηκε στις πρωτοπορίες και  μάλιστα σε μικρό μέρος τους. Χρειάζεται προβληματισμός γι αυτό. 

Η μαχόμενη Αριστερά τάσσεται υπέρ της ανάγκης να εμφανίζεται μαζικά η εργατική λαϊκή βούληση με όλα τα αναγκαία υγειονομικά μέτρα και τις μορφές πάλης που το κίνημά της επιλέγει. Αποτελούν πηγές εμπειρίας οι μεγάλες αμερικανικές και γαλλικές κινητοποιήσεις.

Στο ζήτημα της μαζικότητας, ενυπήρχαν και συνεχίζουν να υπάρχουν, δυο αρνητικοί αντικειμενικοί παράγοντες: ο φόβος από την έξαρση της πανδημίας (φόβος της ασθένειας και του θανάτου) και ο φόβος για τη βία, τις συλλήψεις, τις διώξεις και τα πρόστιμα. 

Οι παράγοντες αυτοί τροποποίησαν τις συνθήκες, έθεσαν και θα συνεχίσουν να θέτουν, σκληρά όρια στην ελεύθερη έκφραση της λαϊκής δυσαρέσκειας και βούλησης, στη δράση των πρωτοποριών. Ωστόσο, η έξαρση της πανδημίας, τα λοκντάουν και το πλαίσιο καταστολής στην Ελλάδα, αποτελούν ιδιαίτερους παράγοντες που πρέπει να αντιμετωπιστούν υπογραμμίζοντας τις παρακάτω βασικές αδυναμίες:

 

  1. Δεν εντοπίσαμε και δεν εμβαθύναμε πάνω στην επίδραση του φόβου της πανδημίας, του λοκντάουν και της τρομοκρατίας τόσο στις ευρύτερες μάζες όσο και στις πρωτοπορίες. Η αξιοποίηση και η καλλιέργεια του φόβου είναι στο DNA της αστικής πολιτικής στην εποχή μας (μαζί με τον κατακερματισμό και την επιτήρηση). Χρειάζεται να ανυψωθεί στη σκέψη και στη δράση μας. Ο φόβος δεν είναι ντροπή, αλλά μπορεί και πρέπει να αντιμετωπίζεται. Δεν αντιμετωπίζεται με παραινέσεις θάρρους ή με «κομματικές» κατηγορίες περί δειλίας (οδηγούν στην παράλυση). Ξεπερνιέται ουσιαστικά με σύνθετη, θεωρητική-ιστορική, πολιτική, μαζική και πολιτιστικο-ψυχολογική προετοιμασία. Χρειάζεται γνώση, μετάδοση της πείρας από προηγούμενες γενιές (ΕΑΜ, ΔΣΕ, μετεμφυλιακές διώξεις, δικτατορία, μεταπολιτευτικοί αγώνες), άλλες χώρες.

 

  1. Χρειάζεται αποτελεσματική αντιμετώπιση το κύριο κυβερνητικό «αφήγημα», ότι οι μεγάλες συγκεντρώσεις μεταδίδουν τον ιό. Αποτελεί πολύτιμη πείρα για το μέλλον η γνώση ότι οι συγκεντρώσεις στην περίοδο της πανδημίας χωρίζονται σε δυο τύπους ανάλογα με την φιλοσοφική, κοινωνική και πολιτική, εντέλει, ταξική επιδίωξη των φορέων τους: Σε αυτές που οργανώνονται από τα ακροδεξιά, αστικά ηγεμονευόμενα κινήματα, αλλά και από μικροαστικά ρεύματα, οι οποίες αποτελούν εστίες υπερμετάδοσης, λόγω της περιφρόνησης στην επιστήμη και της συνακόλουθης έλλειψης υγειονομικής περιφρούρησης. Και σε αυτές που οργανώνονται από τα εργατικά, λαϊκά, αριστερά ρεύματα, που ελαχιστοποιούν τις μεταδόσεις, διότι (επιχειρούν και οφείλουν να) κινούνται με την αυτοπεποίθηση της γνώσης και της επιστήμης και λαμβάνουν τα αντίστοιχα μέτρα (μάσκες, αποστάσεις κ.α.). Αυτό αποδεικνύεται από το γεγονός ότι η μεγάλη συγκέντρωση στο Εφετείο για τη δίκη της Χρυσής Αυγής, όπως αποδείχτηκε, δεν αποτέλεσε εστία υπερμετάδοσης στην Αττική (αντίθετα από τη Θεσσαλονίκη όπου δεν έγινε αντίστοιχη συγκέντρωση), αλλά και από τις ΗΠΑ, όπου οι συγκεντρώσεις του κινήματος Black Lives Mutter δεν αποτέλεσαν εστίες υπερμετάδοσης, αντίθετα με τις συγκεντρώσεις των οπαδών του Τραμπ. Μια συσπείρωση υγειονομικών όπως αυτή που περιγράψαμε, θα μπορούσε να συμβάλλει αποφασιστικά σε αυτό το πεδίο.

 

  1. Δεν αντιμετωπίστηκε αποτελεσματικά ο φόβος από την καταστολή. Στο ζήτημα αυτό απαιτείται η προετοιμασία για μια ατομική και συλλογική, ψύχραιμη και αγωνιστική στάση απέναντι στην απαγόρευση, στο πρόστιμο, στην προσαγωγή, στη σύλληψη και στην παραπομπή στο αυτόφωρο και σε τακτική δικάσιμο. Και εδώ, η γνώση δίνει δύναμη. Η αστυνομική αυθαιρεσία είναι μόνιμη, όμως ακόμη και αυτή έχει όρια και μπορεί να αντιμετωπιστεί. Οι συλλήψεις και δίκες, τα πρόστιμα δεν μπορεί να επιδιώκονται για «ηρωοποίηση». Ούτε όμως μπορεί πάντα να αποφεύγονται, πολύ περισσότερο, να αποτελεί πολιτική επιλογή η μόνιμη αποφυγή τους. Δεν αντιμετωπίζονται με την «ατομική», αδιέξοδη και τυφλή «αντίσταση στις αρχές» των αναρχικών και αριστεριστών, ούτε βεβαίως, με μια ρεφορμιστική υποταγή. Απαιτείται η γνώση των συνταγματικά και νομικά κατοχυρωμένων δικαιωμάτων, στις διαδικασίες των προσαγωγών και συλλήψεων, στα δικαστήρια κ.λπ. Κυρίως η οργάνωση της συλλογικής, πολιτικής, νομικής, οικονομικής και ψυχολογικής στήριξης και υπεράσπισης. Μια Κίνηση για τα δημοκρατικά δικαιώματα θα βοηθήσει καταλυτικά σε αυτό το πεδίο.

 

  1. Έχουμε μπει σε μια ποιοτικά καινούργια φάση, όπου, με το νέο νόμο και ανεξάρτητα από την πανδημία, οι συγκεντρώσεις και διαδηλώσεις δεν μπορεί πλέον να οργανώνονται «ερασιτεχνικά», είτε με την τακτική «προσαρμογής στη νομιμότητα» είτε με την τακτική της «σύγκρουσης για τη σύγκρουση». Είναι συμπυκνωμένες μάχες στο πλαίσιο ενός ευρύτερου στρατηγικού, «πολεμικού σχεδίου». Αντίθετα, με διεκδίκηση την ακύρωση του νόμου για τις διαδηλώσεις, απαιτείται η μαζική αμφισβήτηση των απαγορεύσεων από τα μαζικά όργανα του εργατικού και λαϊκού αγώνα. Κάτι που απαιτεί σύνδεση του δημοκρατικού προβλήματος με το υγειονομικό και κοινωνικό πρόβλημα και αντίστροφα. Απαιτεί την προσεκτική επιλογή των αιτημάτων και των μορφών πάλης.

Απαιτείται κοινή δράση με δεσμεύσεις της Αριστεράς (όχι μόνον η συνυπογραφή κειμένων, μέσα από τους μαζικούς φορείς, η οποία, όπου είναι δυνατό, μπορεί να απευθύνεται και στο ΣΥΡΙΖΑ, το ΜεΡΑ25, σε αστούς δημοκράτες) για α) τα πρόστιμα (κοινό χαρτί, άρνηση και κάλυψη προστίμων), β) δημιουργία «ασπίδας» στις συγκεντρώσεις π.χ. από αγωνιστές του αντιδικτατορικού αγώνα, βουλευτές, προσωπικότητες, προέδρους συνδικάτων, γυναίκες, γ) κοινή δικηγορική ομάδα και στάση σε προσαγωγές, συλλήψεις και διώξεις. Είναι θετικές ανάλογες ενέργειες που αναπτύσσονται το τελευταίο διάστημα.

Στο Πολυτεχνείο υποτιμήθηκαν ή δεν έγιναν έγκαιρα και σχεδιασμένα, άλλες μορφές δράσεων, εκτός των κεντρικών συγκεντρώσεων, όπως οι μικρές συγκεντρώσεις σε γειτονιές, οι δράσεις σε χώρους δουλειάς κ.α. Τέτοιες δράσεις δεν (πρέπει να) έρχονται σε αντίθεση, αλλά μπορούν και πρέπει να συμπληρώνουν και να ενισχύουν τις κεντρικές συγκεντρώσεις, όπου κρίνεται η πολιτική αντιπαράθεση. Ο συνδυασμός του βγαίνει σαν αδυναμία και συμπέρασμα τόσο από το Πολυτεχνείο, όσο και από τις 6 Δεκέμβρη.

 

  1. Δεν εντοπίσαμε και δεν απαντήσαμε στο ερώτημα τι σημαίνει «μαζικότητα» σε περίοδο πανδημίας, λοκντάουν και καταστολής. Σε τέτοιες συνθήκες, μαζικότητα σημαίνει κυρίως αντιπροσωπευτικότητα των μαζικών οργάνων της εργατικής τάξης και του λαού, των αγωνιστικών συνδικάτων, μαζικών φορέων κ.λπ. Από άλλη οπτική γωνία, σημαίνει όσο το δυνατόν πιο μαζική συμμετοχή τμημάτων της ευρείας εργατικής και λαϊκής πρωτοπορίας.

Σοβαρό και διαχρονικό πρόβλημα που περιόρισε τη μαζικότητα στις τελευταίες συγκεντρώσεις είναι ότι όχι μόνον δεν λειτούργησαν τα μαζικά όργανα, αλλά υποκαταστάθηκαν από τα «κόμματα». Για παράδειγμα, συνδικάτα καλούσαν σε συγκέντρωση και πορεία, είτε στο Πολυτεχνείο είτε στην απεργία της 26/11, χωρίς να ενημερώνουν τα μέλη τους για τον τόπο και την ώρα, την οποία γνώριζαν μόνο τα μέλη των «κομμάτων». Το αποτέλεσμα ήταν να μειωθεί η συμμετοχή αλλά και να εμφανιστούν σημάδια κλονισμού της αυτοπεποίθησης και στη «στενή» πρωτοπορία. Κάτι που φάνηκε ιδιαίτερα στην απόπειρα απεργίας της 26ης Νοεμβρίου, η οποία απέτυχε γιατί τα όργανα του συνδικαλιστικού κινήματος υποκαταστάθηκαν από τα «κομματικά» όργανα. Καμία ωραιοποίηση δεν επιτρέπεται. Αυτό αποτελεί μέγιστο κίνδυνο για το μέλλον και πρέπει να αλλάξει. Το πρόβλημα είναι βαθύ, χρόνιο, με πολλές και σύνθετες αιτίες (επέκταση ατομισμού – υποχώρηση συλλογικότητας, κοινοβουλευτισμός στα συνδικαλιστικά και μαζικά όργανα, επικράτηση κυβερνητικού– εργοδοτικού συνδικαλισμού, τακτική αριστερών κομμάτων κ.α.). Στις τωρινές συνθήκες αυτή η κατάσταση δεν μπορεί να ανατραπεί. Το κύριο καθήκον είναι η πολιτική, θεωρητική και μαζική προετοιμασία για τη δημιουργία όρων αντιστροφής στις συνθήκες εξόδου από την πανδημία.

 

Δ. ΟΙ ΠΟΛΙΤΙΚΕΣ ΔΥΝΑΜΕΙΣ

 

  1. Το ακροδεξιό ρεύμα είναι εχθρός του λαϊκού κινήματος. Δέχτηκε ένα σημαντικό πλήγμα με την ήττα του Τραμπ. Ωστόσο, όπως έδειξαν οι αμερικανικές εκλογές, παραμένει ισχυρό. Στην Ελλάδα, δέχτηκε ένα ακόμη μεγαλύτερο πλήγμα με την καταδίκη της Χρυσής Αυγής. Όμως, κοινωνικά είναι υπαρκτό ρεύμα και η κυβερνητική πολιτική το ανατροφοδοτεί. Η Ελληνική Λύση πιέζει την κυβέρνηση «από τα δεξιά», αποτελεί όμως ελεγχόμενη από το σύστημα δύναμη.

Το ΚΙΝΑΛ/ΠΑΣΟΚ δεν εμφανίζει κάποια δυναμική, κυρίως λόγω της παραπληρωματικής με την κυβέρνηση πολιτικής του, όπως φάνηκε ακόμη και στο ζήτημα των απαγορεύσεων, όπου έχασε την επαφή και με τις όποιες δημοκρατικές παραδόσεις της σοσιαλδημοκρατίας. Το τελευταίο διάστημα διαφαίνεται μια αναζωπύρωση των σχέσεων της ηγεσίας του με τον ΣΥΡΙΖΑ, ενώ τμήματά του κινούνται σε σύμπλευση με τη ΝΔ.

 

  1. Το ΜεΡΑ25 αντιστάθηκε στην κυβέρνηση και υπεράσπισε τις δημοκρατικές ελευθερίες. Όμως κινείται περισσότερο επικοινωνιακά και κοινοβουλευτικά. Αυτή είναι η φύση και τα όριά του. Αποτελεί όμως μια δυνατότητα έκφρασης της λαϊκής διαμαρτυρίας και ταυτόχρονα, ενσωμάτωσής της στους νέους αστικούς ελιγμούς.

 

  1. Τα γεγονότα του Πολυτεχνείου δείχνουν ότι ο ΣΥΡΙΖΑ παγιώνει τον καθεστωτικό χαρακτήρα του αλλά δεν έχει ξεμπερδέψει με τα λαϊκά, αριστερά και δημοκρατικά στοιχεία της βάσης του. Αρχικά, συντάχθηκε με την κυβέρνηση σε μια κατεύθυνση «εθνικής ενότητας ενάντια στον κορονοϊό» (πρόταση υπουργού Υγείας κοινής αποδοχής). Έτσι όμως κινδύνευε να δημιουργήσει πλήγμα στις σχέσεις του με την αριστερή, λαϊκή του βάση. Ο κίνδυνος αυτός, σε συνδυασμό με τις κινήσεις της ηγεσίας του ΚΚΕ αλλά και του ΜεΡΑ25, ανάγκασε την ηγεσία του ΣΥΡΙΖΑ να αναδιπλωθεί και να ταχθεί ενάντια στην κυβερνητική απαγόρευση (χωρίς καμία απολογία, πολιτική εξήγηση, δηλ. οπορτουνιστικά). Η πολιτική ενός, ακόμη πιο δεξιού, «ιστορικού συμβιβασμού» δεν ηττήθηκε πλήρως, όμως υπέστη κάποιο πλήγμα. Χρειάζεται να καταπολεμηθεί με σθεναρότητα.

Στο βαθμό που οι κοινωνικές συνθήκες πολώνονται, είναι πολύ πιθανό στο άμεσο μέλλον να κινηθεί ο ΣΥΡΙΖΑ προς μια κατεύθυνση αντιδεξιού μετώπου, κάτι που θα βοηθήσει στην ανάπτυξη αγώνων και που πρέπει να αξιοποιηθεί από την ανυπότακτη Αριστερά. Ωστόσο, ο κίνδυνος είναι να επανεγκλωβιστούν οι αγώνες στο δίλημμα δεξιά ή προοδευτική κυβέρνηση που θα δυναμώνει όσο εντείνεται η πείνα, η εξαθλίωση και η κυβερνητική επιθετικότητα. Αυτό το δίλημμα χρειάζεται να απορριφθεί από την Αριστερά και να ενταθεί η πολεμική εναντίον της πολιτικής του ΣΥΡΙΖΑ.

 

  1. Το ΚΚΕ, στα γεγονότα του Πολυτεχνείου, κέρδισε τις εντυπώσεις αλλά δημιούργησε και έντονους προβληματισμούς για τις απώτερες πολιτικές επιδιώξεις του. Η στάση του έπαιξε αποφασιστικό ρόλο για το σπάσιμο της απαγόρευσης και ταυτόχρονα, για τον μερικό χαρακτήρα αυτού του σπασίματος. Η στάση της ηγεσίας του δείχνει να ξεφεύγει από την ολοκληρωτική «νομιμοφροσύνη» της προηγούμενης ηγεσίας του («δεν θα σπάσει τζάμι») και ταυτόχρονα από τη φοβική πολιτική, την ατολμία πολιτικών πρωτοβουλιών. Ωστόσο, περιορίστηκε μόνο στην Αθήνα, ενώ παραμένει η υποτίμηση, ακόμη και ποδοπάτηση του αυτοτελούς, πολιτικού ρόλου του μαζικού, εργατικού–λαϊκού κινήματος. Την ίδια στιγμή, το βάρος των κινήσεων στράφηκε «προς τα δεξιά» και όχι «προς τα αριστερά». Συμφώνησε με το ΣΥΡΙΖΑ και το ΜεΡΑ25 ως κόμματα, αλλά ζήτησε τη συνυπογραφή του κειμένου «κατά μόνας» από τις άλλες αριστερές δυνάμεις και δεν συνόδευσε τη συνυπογραφή με έμπρακτη κοινή δράση, κατέφυγε στην κομματική κινητοποίηση. Όλα αυτά δημιουργούν ελπίδες αλλά και γεννούν νέα δυσπιστία, εξαιτίας της έλλειψης αυτοκριτικής και πολιτικής εξήγησης για αυτή τη στροφή που δεν συνάδει με τις κατευθύνσεις του προηγούμενου συνεδρίου του. Χαρακτηριστικό είναι ότι δεν υπήρξε καμία δημόσια αιτιολόγηση της αλλαγής της στάσης του απέναντι στον ΣΥΡΙΖΑ.

Σε κάθε περίπτωση, η στάση του ΚΚΕ στο ερχόμενο διάστημα θα παίξει σημαντικό ρόλο για την αναχαίτιση, την ανατροπή ή όχι της αστικής πολιτικής. Το στρατηγικό DNA του δεν έχει ξεφύγει από το δίπολο «σεχταρισμός – οπορτουνισμός» και δεν δείχνουν κάτι τέτοιο οι μέχρι τώρα επεξεργασίες του. Όμως, τίποτα δεν παραμένει αναλλοίωτο. Μια σοβαρή, συντροφική μετωπική πολιτική της επαναστατικής και ριζοσπαστικής Αριστεράς, κυρίως, με μια αυτοτελή συγκρότηση και κριτική, μπορεί να επιδράσει θετικά, αρχικά στη βάση του και σε μια πορεία και στην ηγεσία του.

 

Ε. ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΙΚΟ ΕΡΓΑΤΙΚΟ ΠΡΟΓΡΑΜΜΑ ΚΑΤΑΚΤΗΣΕΩΝ

 

  1. Με βάση τη διάταξη των δυνάμεων, τα διλήμματα τίθενται ως εξής: Πρόγραμμα αντίστασης και κατακτήσεων για την αποφασιστική βελτίωση της θέσης του λαού στην κοινωνία ή πρόγραμμα ήπιας χειροτέρευσης και κυβερνητικής εναλλαγής που οδηγεί σε μεγαλύτερη χειροτέρευση, όπως αυτό του ΣΥΡΙΖΑ; Ή πρόγραμμα ζύμωσης απλώς για τη βελτίωση της θέσης του κόμματος στο κοινοβούλιο και στη συνδικαλιστική γραφειοκρατία; Ή πρόγραμμα επαναστατικής συσπείρωσης;

Το κύριο ζήτημα του προγράμματος είναι να επιχειρεί την αναχαίτιση και, προοπτικά, την ανατροπή της νέας αστικής επίθεσης με τη διεκδίκηση κατακτήσεων ενάντια στην κυβερνητική, αστική και ευρωενωσιακή πολιτική. Γνωρίζοντας ότι η συνολική επιβολή τους θα γίνει με την επανάσταση και κάτω από εργατική – λαϊκή εξουσία. 

Αυτή η κατεύθυνση, σήμερα, οφείλει να συνδυάζει την αποκάλυψη και την αντίσταση με την προβολή και μαζική διεκδίκηση μέτρων πανκοινωνικής ισχύος υπέρ της μισθωτής εργασίας και σε βάρος του κεφαλαίου, που θα βελτιώνουν αποφασιστικά την οικονομική, κοινωνική και πολιτική–δημοκρατική θέση των εργαζομένων και του λαού, εντός και εναντίον της αστικής κυριαρχίας και της ΕΕ, με κατεύθυνση ρήξης και εξόδου από αυτές. Πρόκειται για μια πολιτική κατεύθυνση που προετοιμάζει υλικά τις συνθήκες για μια εργατική και λαϊκή ανατροπή των συσχετισμών, για το πέρασμα σε μια περίοδο αναγέννησης του συλλογικού αγώνα, του μαζικού κινήματος, του εργατικού και κομμουνιστικού κινήματος, ενός νέου εργατικού διαφωτισμού. Που θα θέτουν σε ανώτερη βάση τις μελλοντικές επαναστατικές επιδιώξεις. 

 

  1. Η κατεύθυνση του προγράμματος στοχεύει στη συγκέντρωση και μετασχηματισμό ευρύτερων εργατικών, λαϊκών και δημοκρατικών δυνάμεων στο πεδίο του μαζικού κινήματος. Έτσι ώστε να σπάσει η αστική οικονομική, νομική και πολιτική βία. Έτσι ώστε να αντιταχθεί μαζική – μετωπική αντίσταση και μαζική – μετωπική διεκδίκηση απέναντι στον επίσης μετωπικό, συνασπισμό της αστικής εξουσίας (μονοπωλιακοί όμιλοι, κράτος, βουλή, πανεπιστήμια, αστική πολιτική στα συνδικάτα, εκκλησία κ.α.). Είναι αδύνατον να σπάσει η αστική πολιτική όσο διαρκεί ο σημερινός κατακερματισμός. Η κατεύθυνση αυτή δεν αρνείται, ούτε υποτιμά την παρέμβαση στο κοινοβουλευτικό πεδίο. Την υποτάσσει όμως στο κύριο πεδίο, στο μαχόμενο μαζικό κίνημα, εκεί όπου κρίνεται ο γενικότερος συσχετισμός δύναμης. Σε αυτό το πεδίο κρίνεται, τελικά και ο κοινοβουλευτικός συσχετισμός. Το πρόγραμμα αυτό δεν αρνείται, ούτε υποτιμά τη δράση στη σφαίρα της πολιτικής, στη σφαίρα του μετώπου των αριστερών πολιτικών δυνάμεων, όπως κάνει κυρίως το ΚΚΕ, αλλά, με άλλο τρόπο και το ΝΑΡ/ΑΝΤΑΡΣΥΑ.

 

  1. Το Ριζοσπαστικό Εργατικό Πρόγραμμα Κατακτήσεων, το περιεχόμενο και η λογική του, αντλεί εμπειρία από τα θετικά και προσπαθεί να υπερβεί τα λάθη και τις αδυναμίες όλων των αριστερών ρευμάτων, του ΣΥΡΙΖΑ, του ΚΚΕ, της ΑΝΤΑΡΣΥΑ, της ΛΑΕ και του δικού μας ρεύματος, στην προηγούμενη, κρίσιμη δεκαετία, που οδήγησε σε ήττες, στην ενσωμάτωση ή στην περιχαράκωση. Θέτει και αναζητά μια ριζικά διαφορετική κατεύθυνση. Επιχειρεί να ανταποκριθεί στις συνθήκες της επόμενης δεκαετίας. Παρουσιάζουμε την πρότασή μας με μορφή συμπυκνωμένων αξόνων, ώστε να βοηθήσουμε στην επικοινωνία του με τις δυνάμεις του μαχόμενου μαζικού κινήματος, της ανυπότακτης Αριστεράς και της νέας κομμουνιστικής προοπτικής, στις οποίες απευθύνεται:

 

  1. Η κατεύθυνση της πολιτικής πρότασης

 

α) Κατακτήσεις για την ουσιαστική βελτίωση της μισθωτής εργασίας, του λαού, της νεολαίας, των γυναικών εντός και εναντίον της αστικής κυριαρχίας και της ΕΕ με κατεύθυνση εξόδου από αυτές.

β) Αγώνας για την ήττα και προοπτικά, την ανατροπή της πολιτικής της κυβέρνησης, διαχωρίζεται από τον ΣΥΡΙΖΑ. 

γ) Απευθύνεται, ανασυγκροτεί και αναδεικνύει τον αυτοτελή ρόλο του μαζικού κινήματος της εργατικής τάξης και του λαού. 

δ) Συγκεντρώνει σε μέτωπο πάλης και μετασχηματίζει επαναστάτες και μαχόμενους μεταρρυθμιστές στην παραπάνω λογική. 

ε) Προωθεί την αυτοτέλεια και αναγέννηση μιας νέας κομμουνιστικής προοπτικής.

 

Συγκεκριμένα:

 

4.1. Για την πανδημία και τη Λαϊκή Υγεία  

 

α) Αποφασιστική ενίσχυση και ανασυγκρότηση της Δημόσιας Πρωτοβάθμιας Περίθαλψης. 

 

β) Διπλασιασμός των κρατικών δαπανών για τη Δημόσια Υγεία. 

 

γ) Μέτρα αποσυγκέντρωσης στους χώρους εργασίας, εκπαίδευσης και μεταφορών.

 

 δ) Δωρεάν φάρμακα και εμβολιασμός για όλο το λαό χωρίς πατέντες. 

 

ε) Μέτρα προστασίας του περιβάλλοντος και υγιεινής των άγριων και οικόσιτων ζώων από τις  αγροτοδιατροφικές επιχειρήσεις.

 

4.2. Για τη μισθωτή εργασία και τα μικρομεσαία στρώματα 

 

α) Απαγόρευση των απολύσεων. 

β) Επίδομα ανεργίας για όλους στο 80% του κατώτατου μισθού, κρατικό επίδομα πανδημίας στους πληττόμενους εργαζόμενους και αυτοαπασχολούμενους. 

γ) Αύξηση κατώτατου μισθού στα 751 ευρώ και ανώτατο όριο στις απολαβές ανώτατων διευθυντών.

 δ) Μείωση του χρόνου εργασίας για όλους χωρίς μείωση μισθών με στόχο το 6ωρο/30ωρο/5ημερο. 

ε) Όροι μισθωτής εργασίας στους εργαζόμενους στις διαδικτυακές πλατφόρμες. 

στ) Κρατική επιδότηση, διαγραφή χρεών, φορολογική ελάφρυνση σε αυτοαπασχολούμενους, μικρομεσαίους

 

4.3.  Για φιλολαϊκές κατακτήσεις στην αντιμετώπιση της οικονομικής κρίσης  

 

α) Δημόσιο πρόγραμμα μεγάλων επενδύσεων στην έρευνα και την παραγωγή για τις λαϊκές ανάγκες με προστασία του περιβάλλοντος από την κλιματική αλλαγή. 

β) Πολύπλευρη κοινωνική ανάπτυξη και  ανασυγκρότηση σε σύγκρουση με τη μεγάλη ιδιοκτησία, την αγορά και το κέρδος. 

γ) Παύση πληρωμών, διαγραφή του δημόσιου χρέους. 

δ) Έκτακτη φορολογία στους μονοπωλιακούς ομίλους και στο μεγάλο πλούτο.

 ε) Όχι στις ιδιωτικοποιήσεις, κρατικοποίηση των συστημικών τραπεζών, των μεγάλων, χρήσιμων επιχειρήσεων που χρεοκοπούν και των ομίλων δημόσιων αγαθών με εργατικό, κοινωνικό, δημοκρατικό έλεγχο. 

στ) Απειθαρχία στην ΕΚΤ και την ΕΕ με κατεύθυνση ρήξης και εξόδου.

 

  1. Για τα δημοκρατικά δικαιώματα και τις λαϊκές ελευθερίες

 

α) Ελευθερία στη διαδήλωση, στην απεργία, στη συνδικαλιστική και μαζική οργάνωση στους χώρους εργασίας, άσυλο σε όλη την εκπαίδευση. 

β) Λαϊκός, δημοκρατικός έλεγχος στα σώματα ασφαλείας, τα δικαστήρια και το στρατό.

 γ) Κατάργηση των αντιδημοκρατικών νόμων, των ειδικών σωμάτων, των δακρυγόνων και της οπλοφορίας ενάντια στο λαϊκό κίνημα. 

δ) Μείωση των δαπανών και του προσωπικού, αποστρατιωτικοποίηση και αποφασιστικοποίηση της Αστυνομίας. 

ε) Δημοκρατικός κοινωνικός έλεγχος των μέσων ενημέρωσης και του διαδικτύου, κατάργηση της ηλεκτρονικής επιτήρησης. 

στ) Απλή, ανόθευτη αναλογική, βουλευτές ελεγχόμενοι από το λαό, με μέσο εργατικό μισθό. 

 

  1. Για την Ειρήνη και την αντιιμπεριαλιστική εθνική ανεξαρτησία

 

α) Ανεξάρτητη, πολυδιάστατη, αντιιμπεριαλιστική εξωτερική πολιτική για ισότιμη, διεθνιστική συνεργασία των λαών.

β) Ο λαός θα προασπίσει τα κυριαρχικά δικαιώματα, έξω οι βάσεις, απειθαρχία και έξοδος από ΝΑΤΟ και ευρωστρατό. 

γ) Όχι στην αναθεωρητική, επεκτατική πολιτική του καθεστώτος Ερντογάν, φιλία με τους λαούς της Τουρκίας. δ) Έξοδος από τον επιθετικό άξονα με Ισραήλ, Αίγυπτο και ΗΠΑ. 

ε) Οι ΑΟΖ ανήκουν στους λαούς, διάλογος και συνεργασία, όχι στις εξορύξεις των πολυεθνικών και τις μονομερείς ενέργειες. 

στ) Κύπρος ενιαία, ανεξάρτητη, με αποχώρηση των τουρκικών κατοχικών στρατευμάτων, χωρίς ξένους στρατούς, βάσεις, εγγυήτριες δυνάμεις και εποίκους. 

 

4.6. . Για την αναγέννηση του κομμουνιστικού κινήματος

 

α) Επικέντρωση του κομμουνιστικού κινήματος στη μισθωτή εργασία, τη συγκεντρωμένη εργατική τάξη, τα φτωχά λαϊκά στρώματα. 

β) Συγκέντρωση διανοητικών και εργασιακών δυνάμεων για ένα ρεύμα εργατικού –μαρξιστικού διαφωτισμού. γ) Διάλογος για τις επαναστάσεις και το σοσιαλισμό – κομμουνισμό της εποχής μας.

 δ) Αυτοτελής προσπάθεια για ένα νέο κομμουνιστικό πρόγραμμα και κόμμα αντίστοιχο με την εποχή μας.

 

Ζ. ΜΕΣΑ ΠΡΟΩΘΗΣΗΣ ΤΟΥ ΠΡΟΓΡΑΜΜΑΤΟΣ

 

  1. ΚΙΝΗΣΗ ΔΙΑΛΟΓΟΥ ΚΑΙ ΚΟΙΝΟΥ ΑΓΩΝΑ ΤΗΣ ΑΝΥΠΟΤΑΚΤΗΣ ΚΑΙ ΕΝΩΤΙΚΗΣ ΑΡΙΣΤΕΡΑΣ

 

Αυτή η πρόταση απευθύνεται σε όλη την Αριστερά. Γνωρίζουμε όμως ότι η σημερινή πολιτική και τακτική πολλών δυνάμεών της δεν ανταποκρίνεται σε αυτή την ανάγκη, κινείται σε μια λογική αυτόκεντρης ανάπτυξης. Με τα ρεύματα αυτά μπορεί και πρέπει να αναζητείται ο διάλογος, η συντροφική αλληλεγγύη και η κοινή δράση σε επιμέρους μέτωπα, ώστε να ανοίγουν δρόμοι για ευρύτερες πολιτικές τακτικές συμφωνίες.

Από αυτή τη σκοπιά, είναι αναγκαία μια συγκέντρωση εκείνων των δυνάμεων, ρευμάτων και αγωνιστών που κινούνται κοντά σε αυτή τη λογική, σε μια Κίνηση Διαλόγου και Κοινού Αγώνα της Ανυπότακτης και Ενωτικής Αριστεράς:

α) Με πρωτοβουλία αγωνιστών, διανοουμένων, συνδικαλιστών. β) Στη βάση φυσικών προσώπων, των συνελεύσεων και της συναίνεσης. γ) Με βάρος σε νέους αγωνιστές και γυναίκες, αλλά κυρίως με αναζήτηση μιας νέας αριστερής πολιτικής. δ) Με την ισότιμη στήριξη των πολιτικών ρευμάτων που αναζητούν σε αυτή την κατεύθυνση. ε) Προσανατολίζεται στην κοινή δράση και τη συγκέντρωση δυνάμεων στο μαζικό κίνημα. στ) Δεν ταυτίζεται με εκλογικές επιδιώξεις και σχήματα.

Σε μια τέτοια Κίνηση, το πολιτικό πρόγραμμα που προτείνουμε δεν τίθεται ως προϋπόθεση, αλλά ως πρόταση που θα αλληλεπιδρά και θα μετασχηματίζεται μέσα από το διάλογο και τον κοινό αγώνα. Μπορούν να συμβάλλουν οι δυνάμεις του ΣΥΝΤΟΝΙΣΜΟΥ, της ΛΑΕ και της ΔΕΑ, ενώ κρίσιμο ρόλο καλούνται να παίξουν ρεύματα διανοουμένων, ανένταχτοι αγωνιστές και αγωνίστριες της ανυπότακτης Αριστεράς, με την προϋπόθεση της συμφωνίας πάνω στην πολιτική κατεύθυνση, της ενωτικής πρακτικής, της τήρησης των δεσμεύσεων και του σεβασμού στο ρόλο των αγωνιστών και αγωνιστριών. Απαιτείται να είναι ανοιχτή σε άλλα ρεύματα και να προωθεί την κοινή δράση σε επιμέρους μέτωπα με άλλες δυνάμεις.

 

  1. Ο ΣΥΝΤΟΝΙΣΜΟΣ ΚΑΙ Η ΣΥΣΠΕΙΡΩΣΗ ΓΙΑ ΜΙΑ ΝΕΑ ΚΟΜΜΟΥΝΙΣΤΙΚΗ ΠΡΟΟΠΤΙΚΗ

 

Για τη συνεπή προώθηση όλων των παραπάνω, απαιτείται η ενδυνάμωση του Συντονισμού Κομμουνιστικών Δυνάμεων, η βαθύτερη συμφωνία και ενοποίησή του πάνω σε ένα πολιτικό πρόγραμμα για την ιστορική περίοδο που διανύουμε, όπως αυτό που προτείνουμε. Ο Συντονισμός πήρε σωστή θέση στο κρίσιμο ζήτημα της πανδημίας. Έκανε ένα σημαντικό βήμα ενοποίησης πάνω στο δύσκολο θέμα των ελληνοτουρκικών. Προωθεί τη συμφωνία του στο δημοκρατικό ζήτημα. Επιχειρεί τώρα να προωθήσει την πολιτική συμφωνία για το συνδικαλιστικό και οικονομικό ζήτημα. Γενικά, επιχειρεί να φύγει από τις γενικές αρχές των διακηρύξεων και να θέσει μια νέα, συνολική πολιτική πρόταση στις καινούριες συνθήκες.

Πάνω σε αυτή τη βάση προχώρησε η αδύναμη ακόμη οργανωτική συγκρότηση που εμφανώς δεν επαρκεί. Προχώρησε στην κοινή δράση με άλλες δυνάμεις της Αριστεράς, χωρίς, όμως, να βάλει ισχυρό στίγμα. Η καθυστέρηση στην ενοποίηση πάνω σε μια νέα πολιτική πρόταση ήταν και η κυριότερη αιτία για τις σημαντικές αδυναμίες του, την οποία όξυναν οι δυσκολίες της πανδημίας και της καραντίνας. 

Με βάση τα παραπάνω, οι προτάσεις μας για το Συντονισμό είναι: α) Η ενοποίησή του πάνω σε μια πολιτική πρόταση τακτικής για την περίοδο που διανύουμε. β) Η συζήτηση αυτής της πρότασης στη βάση το Συντονισμού και με πανελλαδική διαδικασία όταν το επιτρέψουν οι συνθήκες. γ) Η συγκρότηση και λειτουργία επιτροπών και τομέων με προσανατολισμό την ενότητα στα δράση. δ) Ο διάλογος για τα μεγάλα στρατηγικά ζητήματα.

 

Το Κ-ΣΧΕΔΙΟ έχει θέσει την ανάγκη υπέρβασης προς μια ανώτερη κομμουνιστική οργάνωση με το αντίστοιχο πρόγραμμα στρατηγικής και τακτικής. Ο δρόμος είναι δύσκολος, σύνθετος και μακρόχρονος. Ωστόσο, δεν παραιτούμαστε από αυτή την αναζήτηση.

Από την εμπειρία του ΣΥΝΤΟΝΙΣΜΟΥ προκύπτει η θετική δυνατότητα μιας βαθύτερης και ανισόμετρης στρατηγικής σύγκλισης. Στη βάση αυτής της πραγματικότητας θα πάρουμε πρωτοβουλίες με γνώμονα την ενίσχυση της συγκέντρωσης δυνάμεων στρατηγικού προσανατολισμού αλλά και ξεχωριστά, της ενίσχυσης επίσης των τακτικών συμφωνιών σε μια λογική αλληλοτροφοδότησης και τελικά ενδυνάμωσης της μαχόμενης Αριστεράς και του κινήματος.

 

  1. ΑΛΛΑ ΠΕΔΙΑ ΠΑΡΕΜΒΑΣΗΣ

 

– Συμβάλλουμε σε μια πλατιά Κίνηση για τα δημοκρατικά δικαιώματα, τις λαϊκές ελευθερίες και την αντιφασιστική πάλη, στη βάση αγωνιστών, συναίνεσης και μετωπικής συμβολής. 

– Συμβάλλουμε – στηρίζουμε τη διάθεση για μια συγκέντρωση υγειονομικών στη βάση μιας αυτοτελούς πρωτοβουλίας – δικτύου. 

– Συμμετέχουμε και προωθούμε διεργασίες για συγκέντρωση δυνάμεων σε μαζική ταξική κίνηση, κοινά σχήματα σε συνδικάτα, συσπείρωση σωματείων – συνδικάτων.

– Στη νεολαία, κύριο ζήτημα αποτελεί η αντιμετώπιση του κυβερνητικού σχεδίου για αστυνομία στις σχολές. Το σχετικό νομοσχέδιο που ετοιμάζεται δεν αποτελεί απλά «casus belli» για τους φοιτητές και τη νεολαία αλλά μια κρίσιμη μάχη που ξεφεύγει από τα στενά όρια του φοιτητικού κινήματος. Ουσιαστικά πρόκειται για μια επιχειρούμενη τομή σε σχέση με τα δημοκρατικά δικαιώματα και ελευθερίες, που προωθεί το αγγλοσαξονικό μοντέλο του πανεπιστημίου – επιχείρηση και η οποία απαιτεί αγώνα διαρκείας, με το αναγκαίο περιεχόμενο και πλατιά συσπείρωση πολιτικών, κοινωνικών και δημοκρατικών δυνάμεων, εντός και εκτός ΑΕΙ.

 

Γενάρης 2021.

 

0ΥποστηρικτέςΚάντε Like

ΤΕΛΕΥΤΑΙΑ ΑΡΘΡΑ ΑΠΟ ΣΥΝΤΑΚΤΗ

ΠΡΟΣΦΑΤΑ ΑΡΘΡΑ

ΔΗΜΟΦΙΛΗ