19.2 C
Athens
Πέμπτη, 18 Απριλίου, 2024

ΕΠΙΚΟΙΝΩΝΙΑ

Ο ”Μεγάλος Αδελφός ” Του Σαράντου Φράγκου

 

Με ποιόν ακριβώς θα πρέπει να αγανακτήσουμε; Με το ποιός παρέδωσε την τηλεόραση στους μεταπράτες; Γιατί να κατηγορούμε τους μεγαλέμπορους γι’ αυτό που είναι;

 Άν αποδεχτούμε ότι τα smart fones και tablets,  τα μεθυστικά αρώματα, τα λιπαντικά μηχανών και γυναικών, τα θηριώδη τετρακίνητα οχήματα, τα γνήσια μπέρμπον, είναι αξιοσέβαστες εμπορικές επιχειρήσεις, γιατί ν’ αγανακτούμε με τη διαφήμισή τους; Με τα πελάγη ευτυχίας που προσφέρουν; Γιατί να θεωρούμε χυδαίες τις διαφημίσεις και όχι πιο χυδαία τα προϊόντα που διαφημίζουν;

 

Μήπως από μιά άποψη, όσο πιο κακή είναι η TV, τόσο το καλύτερο;

Τη βλέπουν οι πολλοί και ‘κείνοι που κάποτε άκουγαν ραδιόφωνο. Το μέγα πλήθος, η σιωπηλή πλειοψηφία, ο κάθε γείτονας που αγνοεί το διπλανό του.

 

Για να πας στο σινεμά χρειάζεται μιά στοιχειώδης προσπάθεια- όσο απροετοίμαστος και ν’άσαι- μιά αυτοσυγκέντρωση μέσα στη  σκοτεινή αίθουσα.

Για να διαβάσεις ένα βιβλίο, ακόμα πιο σύνθετη προσπάθεια. Πρέπει να γνωρίζεις τουλάχιστον ανάγνωση, πότε-πότε μπερδεύεσαι με το νόημα μιάς λέξης, απαιτεί περισσότερη μνήμη, ελάχιστη δόση συναισθήματος.

Με το καλό ραδιόφωνο είναι αλλιώς. Ακούς και το βλέμμα σου περιπλανάται, ενώ ακούς αρχίζεις να σκέφτεσαι και άλλα πράγματα που ενδεχόμενα δεν θέλεις να σκεφτείς. Χρειάζεται μιά δόση φαντασίας που πολλές φορές σου την προσφέρει το ίδιο το πρόγραμμα, για να ντύσεις μιά εικόνα που γεννά ο ήχος.

Αλλά με την περσόνα  της κάθε μποτοξαρισμένης ” αρσακειάδας”, της κάθε γλάστρας με τα  σιλικονούχα στήθη σε κοινή θέα , με την περσόνα του κάθε Μπογδάνου και Πορτοσάλτε, της κάθε μαϊμούς που ωρύεται σαν τον Άδωνι  παριστάνοντας την τίγρη, με την περσόνα της κάθε λουστραρισμένης  αγράμματης  ντάμας που καμώνεται την ”καλλιτέχνιδα” και  τη  ”δημοσιογράφο”,  του κάθε  παπαγαλάκια, του κάθε ανώτερου πιθήκου, τι να κάμεις; Την τρως όπως είναι, αμάσητη κι ας σου κάθεται στο στομάχι. Εκεί στην αναθεματισμένη πολυθρόνα  κάνοντας ζάπινγκ  με το τηλεκοντρόλ.

Ξαπλώνεις πίσω κι αδειάζεις το μυαλό σου από κάθε σκέψη, καθώς ο αρχέγονος βόρβορος σε κατακλύζει. Ούτε συγκέντρωση καμιά, ούτε αντίδραση χρειάζεται. Είναι περιττό να θυμάσαι. Δεν σου λείπει το νιονιό σου γιατί δεν το χρειάζεσαι. Λειτουργούν τα υπόλοιπα ζωτικά σου όργανα και αυτό είναι αρκετό. Όλα δουλεύουν ήσυχα και ειρηνικά. Βρίσκεσαι στη νιρβάνα, στη διαρκή ραστώνη.

Κι ας  υπάρχουν και μερικοί κακόψυχοι, που σου λένε να τη σπάσεις και να πετάξεις τα λείψανά της στον κάδο  μπροστά στο υπουργείο Παιδείας και Πολιτισμού.

Ίσως  να υπάρχουν και μερικοί κακεντρεχείς που λένε πως οι αριστεροί, οι κομμουνιστές, δεν την νομιμοποιούν μετέχοντας ως μαϊντανοί στα πάνελ. Εκτός κι αν δεν καταλαβαίνουν πως παίζουν σε στημένο παιχνίδι, σε ξένη έδρα και με αργυρώνητο διαιτητή. Εκτός κι αν διαθέτουν την ευφυϊα και την πονηριά να” ανάβουν φιτίλια” , να ακυρώνουν το σουαρέ και να ”γυρίζουν” το παιχνίδι.  Και ειδικά τώρα που αρχίζει να κορυφώνεται η προεκλογική πανδαισία. Που το σύστημα το τηλεοπτικό θα πρέπει να ενδώσει σε ”δημοκρατία” και σε ”ισότιμη” προβολή.

Μπορεί να υπάρχουν και λίγα  βδελυρά τελώνια που μουγκρίζουν πως αριστεροί και κομμουνιστές καλλιτέχνες δεν την νομιμοποιούν αποδεχόμενοι και συμπράτοντας σε  ”σενάρια”, σαπουνόπερες  και ”live sow”  που στοιχειωδώς υποτιμούν την κοινή  νοημοσύνη,  που καταρρακώνουν τη γλώσσα,  που προσβάλουν την  προσωπική τους αξιοπρέπεια,  που ακυρώνουν το λαϊκό πολιτισμό και  την ιστορία.

 

Τόσο δύσκολο είναι αλήθεια να σπάσετε  μερικές οθόνες μπροστά στο σκάϊ, στο όπεν, στο άλφα,  στο σταρ; Γιατί δεν δοκιμάζετε ένα εναλλακτικό ”sarvivor”, σε πραγματικό χρόνο, με αντεστραμένους όρους; Όπου θα κυνηγάτε τον κυνηγό και όχι το θήραμα, όπου το έπαθλο  είναι για τον χαμένο, τον αποσυνάγωγο; -λένε οι κακεντρεχείς.

Είναι μερικοί απροσάρμοστοι που λένε πως η ”πολυφωνία” της ιδιωτικής TV , είναι η κραυγαλέα ”πολυφωνική” μονοτονία, μιά μονοτονία ανυπόφορη, εκτρωματική, ισοπεδωτική. Μερικοί περίεργοι που λένε πως η φράση κλισέ  ”τα γεγονότα λένε…”, ”οι πληροφορίες λένε…”  είναι η μεγαλύτερη ανοησία και γελοιότητα. Γιατί κανένα γεγονός δεν ”λέει”. Το γεγονός είναι γεγονός. Εκείνο που λέει είναι η εκτίμηση που κάνει  ο καθένας για το γεγονός. Θα  πεις ”ψιλά γράμματα”.

Εντάξει , αλλά τι να κάνουμε; Την ιστορία τη γράφουν οι νικητές. Αυτοί είναι οι νικητές, αυτή είναι και η τηλεόρασή τους. Εμείς  ”τι να κάνουμε”; Μπορούμε να στήσουμε τη δική μας TV; Είναι βαρυά η  ”επένδυση” και είμαστε πένητες.

 Μπορεί κάποτε να τα καταφέρουμε, να στήσουμε και  τα δικά μας τηλεοπτικά παράθυρα.  Παράθυρα ανοιχτά στην ανατολή, στη θάλασσα, στον αέρα. Τότε που τεχνίτες και ποιητές θα γίνονται ένα και θα βρίσκουν το νόμο και τη μορφή του καιρού τους. Τότε που και η τηλεόραση θά’ναι  σπουδή αισθητικής και γνώσης.

 Μέχρι τότε ας βγαίνουμε  στα παράθυρα του σπιτιού μας, αφού φοβόμαστε να βγαίνουμε  στο δρόμο.. Στα παράθυρα του σπιτιού μας και να φωνάζουμε στο  γέιτονα… ”Είναι η τηλεόραση  βρε  ηλίθιε  ο μεγάλος αδελφός ,ο νταβατζής μέσα στο σπίτι σου. Σου τόκλεισε αφού δεν ανοίγεις ποτέ παράθυρο και πόρτα,  σου αχρήστεψε τα αφτιά και τη γλώσσα, σου μούλιασε το νου.  Πέταξε το κοπροκούτι και πες μας μιά ιστορία, μίλα, μίλα γιατί πεθαίνεις.”

Αλλά προσοχή, μη μας πάρεις και πολύ στα σοβαρά, όχι και πολύ σημασία ‘οταν θα σου ψιθυρίζουμε στ’ αφτιά  ενώ χουζουρεύεις μπροστά στην ΤV, πως μοιάζεις με μύγα μέσα στον σκουπιδοτενεκέ. Το πιθανότερο είναι ότι μας λείπουν τα γιούρος για το τελευταίο μοντέλο της SONY…..Αυτά τα” μοντέλα” που μας λείπουν,  κι ας είναι από σιλικόνη….

Είναι φορές που και ‘μεις οι κήνσορες,  προσκυνούμε  ή ανεχόμαστε  την τηλεοπτική ευτέλεια. Ευτέλεια- αυτός ο βασιλιάς σ’ ένα βασίλειο νεκρών που φοράνε μάσκες και μορφάζουν κολασμένα.  Αδύναμοι και ανήμποροι να ‘κούσουν, να δουν, να δράσουν.

Αυτός ο βασιλιάς της ”πολυφωνικής” λοβοτομής, ίδιος και απαράλλαχτος στην πολιτική, στην τέχνη, στην ψυχαγωγία, στην ενημέρωση. Που παράγει μόνο μαζανθρώπους, οπαδούς ευνούχους.

Τι να σου κάνουν οι φωνές οι περιθωριακές, οι ακοντισμοί στην παρανυχίδα του βασιλιά; Τι να σου κάνει η σκέτη νοσταλγία; Τι να σου κάνουν τα λάβαρα σ’ ένα κόσμο ”τυφλών”;

Ο τηλεοπτικός βόρβορος είναι  ανέλπιστη νίκη,  σημαιοφόρος του εχθρού,  ατέλειωτη εφεδρία του. Είναι ο βασιλιάς που αν  και γυμνός, μέσα από το τηλεοπτικό παράθυρο ζει και  βασιλεύει…

Και ‘μείς οι άλλοι;

  ” Πάνω στο άλογο, να πηγαίνεις, να πηγαίνεις, να πηγαίνεις.

     Και  το θάρρος έχει τόσο αποκάμει,

   Και η νοσταλγία τόσο θεριέψει.

  Δεν έχει πια βουνά, μήτε ένα δέντρο.

  Τίποτα δεν τολμάει να σηκωθεί.

 Ξένες καλύβες κείτονται διψασμένες

πλάϊ σε βαλτωμένες βρύσες.

Δε βλέπεις μήτε έναν πύργο.

Και όλο η ίδια εικόνα.

Δε χρειάζεται νά’χει κανείς δυό μάτια.”

       .Ρίλκε-” Η  αγάπη και ο θάνατος του σημαιοφόρου ”

Και ‘μεις που ”ξορκίζουμε” το κακό;  Που κρατάμε τη θύμιση και τη νοσταλγία;  Που προίκα μας είναι  το δικό μας παρελθόν, το δικό μας θησαυροφυλάκειο;

 Έχωμε αναντίρητα πολύτιμα τιμαφλή, κρατάμε παλαιές περγαμηνές, σχέδια, βιβλία και φωτογραφίες που  όλο και λίγο-λίγο ανταλλάσονται και εκχωρούνται κάτω από το βάρος νέων υπολογισμών και οφειλόμενων χρεών. Κάτω  από το βάρος του ανείπωτου παρελθόντος.

 

Σαν εκείνον τον  τυφλό μυθιστορηματικό ήρωα, τον φανατικό συλλέκτη και κάτοχο σχεδίων και περγαμηνών, που η οικογένεια από ανάγκη  πουλάει χωρίς να του το πει και στη θέση τους βάζει λευκές σελίδες. Ο τυφλός εξακολουθεί να καμαρώνει πάνω στην αόρατη συλλογή, να καταστρώνει σχέδια, να υπάρχει, απαράλλαχτος στο πέρασμα των χρόνων.

 

” Έτσι συνέχισε να μιλάει μεθυστικά, θριαμβευτικά για δυό ολόκληρες ώρες. Όχι, δεν μπορώ να σας περιγράψω πόση φρίκη ένιωσα κοιτάζοντας μαζί του εκείνα τα εκατό, διακόσια άδεια χαρτιά, τα οποία στη θύμιση εκείνου του τραγικά ανυποψίαστου, δύστυχου ανθρώπου ήταν τόσο πραγματικά ώστε χωρίς το παραμικρό λάθος και με άψογη σειρά τα παίνευε και τα σχολίαζε ένα-ένα με λεπτομέρειες. Η αόρατη συλλογή, που είχε από καιρό σκορπίσει στα τέσσερα σημεία του ορίζοντα, ‘ηταν γι’ αυτόν τον τυφλό, για εκείνον τον συγκινητικά εξαπατημένο άνθρωπο, παρούσα στα χέρια του. Και το πάθος γι’ αυτά που δεν έβλεπε τόσο συγκλονιστικό που κόντεψα κι εγώ ν’ αρχίσω να τα πιστεύω. ”

                  Στέφαν Τσβάιχ-” Η αόρατη συλλογή ”

Βιώνουμε χρόνια περιπλάνησης, ήττας, απόγνωσης, σε τούτο τον κόσμο τον αλυσοδεμένο. Οι ωδίνες της καινούργιας γέννας αργούν.Ωστόσο κάποια σκιρτήματα σποραδικά, ασυντόνιστα και αδύναμα μπορείς να’ κούσεις και να δεις, παρά τον καταιγιστικό θόρυβο της  τηλεοπτικής ηχορύπανσης και το εκτυφλωτικό φως  σε ψευδεπίγραφες νεκρές μάσκες.  Εκεί στα παρασκήνια, πίσω από τα φώτα, στα μουλωχτά, στα υπόγεια κάποιοι κινούνται. Νέοι και ρομαντικοί, αδιάφθοροι, αφελείς και πανέξυπνοι, αστείοι και απελπισμένοι, απλοί και φλογεροί  που κρατάνε τις λευκές σελίδες στα χέρια τους. Που αρχίζουν να γράφουν πάνω τους ποιήματα και θεατρικά έργα, διηγήματα και νουβέλες, πρωτότυπες  παρτιτούρες. Να σχεδιάζουν , να λογίζονται, να δρουν.   Έστω πρωτόλεια και αδόκιμα, έτσι όπως αρμέγουν τη δική τους πραγματικότητα του  κόσμου που ψυχοραγεί από κατάτμηση, που  αγωνιά για ενοποίηση, για γέννα.

Εκεί η θέση μας, η ντάπια η δικιά μας. Για να συνεχίσουμε να μιλάμε, να γελάμε, να θλιβόμαστε, να πολεμάμε.  Γιατί και ‘μεις είμαστε συγκινητικά εξαπατημένοι από συγκλονιστικό πάθος….

 

0ΥποστηρικτέςΚάντε Like

ΤΕΛΕΥΤΑΙΑ ΑΡΘΡΑ ΑΠΟ ΣΥΝΤΑΚΤΗ

ΠΡΟΣΦΑΤΑ ΑΡΘΡΑ

ΔΗΜΟΦΙΛΗ