18.3 C
Athens
Παρασκευή, 19 Απριλίου, 2024

ΕΠΙΚΟΙΝΩΝΙΑ

Ο Μαρξ για τον Επίκουρο, του Χρήστου Κεφαλή*

 

Η νεανική περίοδος του Μαρξ, η περίοδος κατά την οποία συγκρότησε τις απόψεις του, έχει γίνει αντικείμενο πολλών μελετών στη διεθνή και εγχώρια φιλολογία. Στις μελέτες αυτές δίνεται συνήθως έμφαση στη μετάβαση του Μαρξ από την ιδεαλιστική διαλεκτική του Χέγκελ στη δική του υλιστική διαλεκτική μέσω του Φόιερμπαχ. Με τον τρόπο αυτό ο Μαρξ μπόρεσε να αντιληφθεί τη θεμελίωση των ιδεών και των θεσμών στην υλική, οικονομική ζωή, αποκτώντας έτσι την κατάλληλη μέθοδο για τις μετέπειτα έρευνές του που τον οδήγησαν στη συγγραφή του Κεφαλαίου.

Στις συζητήσεις, ωστόσο, παραγνωρίζεται συχνά, ή δίνεται πολύ λιγότερη σημασία από εκείνη που πραγματικά της αναλογεί, η πρώιμη επαφή του Μαρξ με τον μεγαλύτερο υλιστή φιλόσοφο της Αρχαιότητας, τον Επίκουρο. Ο Μαρξ ασχολήθηκε συστηματικά με τον Επίκουρο στη διάρκεια της διδακτορικής του διατριβής, η οποία είχε ως θέμα τη «Διαφορά ανάμεσα στη Δημοκρίτεια και την Επικούρεια φιλοσοφία της φύσης». Αυτή η μελέτη είχε ένα σημαντικό αντίκτυπο πάνω του, καθώς τον έφερε για πρώτη φορά, και ενώ ακόμη παρέμενε ένας ορθόδοξος ιδεαλιστής οπαδός του Χέγκελ, σε επαφή με την πιο συνεπή και άρτια επεξεργασμένη υλιστική φιλοσοφία της Αρχαιότητας.

Όταν ο νεαρός Μαρξ, το χειμώνα του 1839, στα 20 χρόνια του, ξεκινούσε την ενασχόλησή του με τον Επίκουρο, ήταν ήδη ένας επαναστάτης. Απεχθανόταν την πρωσική απολυταρχία και τις άλλες τυραννικές ηγεμονίες της διαιρεμένης σε μικρά κρατίδια Γερμανίας, που έπνιγαν την ελεύθερη σκέψη και κρατούσαν τη χώρα οπισθοδρομική και καθυστερημένη. Αυτό τον είχε ωθήσει να ενταχθεί στους Νέους Χεγκελιανούς, την αριστερή πτέρυγα του χεγκελιανισμού, που επιχειρούσαν να επανερμηνεύσουν τη φιλοσοφία του Χέγκελ εξάγοντας από αυτή επαναστατικά συμπεράσματα.

Οι Νέοι Χεγκελιανοί κριτικάριζαν ιδιαίτερα τη θρησκεία και εκείνα τα χρόνια είχαν κυκλοφορήσει δυο σημαντικά βιβλία, Η Ζωή του Ιησού του Νταβίντ Στράους (1835-36) και Η Ουσία του Χριστιανισμού του Λούντβιχ Φόιερμπαχ (1841). Και τα δυο αρνούνταν την αυθεντία των γραφών και επιχειρούσαν να εξηγήσουν το χριστιανισμό από τις κοινωνικές συνθήκες του αρχαίου κόσμου. Ωστόσο, οι Νέοι Χεγκελιανοί έμεναν επίσης προσκολλημένοι στον ιδεαλισμό του Χέγκελ, μη όντας ικανοί να αντιληφθούν τη στενή σύνδεση κάθε ιδεαλισμού με τις θρησκευτικές αντιλήψεις.

Ο Μαρξ μελέτησε επιστάμενα την αρχαία ελληνική φιλοσοφία και το αποτέλεσμα αυτής της μελέτης ήταν τα Τετράδια για την Επικούρεια Φιλοσοφία (1839). Αυτά αποτέλεσαν τη βάση για τη συγγραφή της διδακτορικής του διατριβής (1840-41) ένα μέρος από την οποία δυστυχώς έχει χαθεί. Για τον Μαρξ, αυτή η διατριβή επρόκειτο να είναι μέρος μια ευρύτερης εργασίας του για την αρχαία ελληνική φιλοσοφία, ένα σχέδιο που δεν του δόθηκε η ευκαιρία να υλοποιήσει αργότερα. Ωστόσο, στη διατριβή και στις προηγούμενες σημειώσεις του βρίσκουμε αρκετές αναφορές και στους άλλους μεγάλους φιλοσόφους της Αρχαιότητας, όπως ο Σωκράτης, ο Πλάτων και ο Αριστοτέλης.

Η ίδια η επιλογή των αρχαίων υλιστών, του Δημόκριτου, του Επίκουρου και του Λεύκιππου, τους οποίους ο Χέγκελ πάντα αντιμετώπιζε κάπως υποτιμητικά, ως θέματος για τη διδακτορική του διατριβή ήταν ένα δείγμα της ανεξαρτησίας σκέψης του Μαρξ. Ο Μαρξ προσελκύστηκε σε αυτούς από την επιστημονική θεώρησή τους και την πάλη τους ενάντια στη δεισιδαιμονία, που τους έκανε ένα αντίστοιχο των διαφωτιστών του 18ου αιώνα στον αρχαίο κόσμο. Στην πορεία όμως έφτασε σε μια βαθιά σύλληψη των επιτευγμάτων τους, καθώς και της διαλεκτικής υπεροχής του Επίκουρου απέναντι στους άλλους υλιστές, παλιούς αλλά και νεότερους.

Ο Μαρξ αντιλήφθηκε ως κύριο διαλεκτικό στοιχείο στη σκέψη του Επίκουρου την αντίληψή του για την παρέγκλιση (απόκλιση ή παρέκκλιση) από την ευθεία γραμμή, στην οποία δεν είχε υψωθεί ακόμη ο Δημόκριτος. Ως αποτέλεσμα ο υλισμός του Δημόκριτου έδινε ένα πρότυπο αυτού που θα αποκαλούνταν αργότερα μηχανιστικός υλισμός, εκεί που ο Επίκουρος είχε πετύχει να συνενώσει τον υλισμό με τη διαλεκτική. Στις συγκρίσεις του ανάμεσα στον Δημόκριτο και τον Επίκουρο ο Μαρξ υπογραμμίζει ισχυρά αυτή τη διαφορά τους ως την πλέον ουσιώδη:

«Ο Επίκουρος υποθέτει μια τριπλή κίνηση των ατόμων στο κενό. Μια κίνηση είναι η πτώση σε μια ευθεία γραμμή, η δεύτερη προέρχεται από την απόκλιση του ατόμου από την ευθεία γραμμή, και η τρίτη καθιερώνεται μέσω της απώθησης των πολλών ατόμων. Τόσο ο Δημόκριτος όσο και ο Επίκουρος αποδέχονται την πρώτη και την τρίτη κίνηση. Η απόκλιση του ατόμου από την ευθεία γραμμή διαφοροποιεί τον ένα από τον άλλο»[1].

Η απόκλιση του Επίκουρου εντυπωσίασε τον νεαρό Μαρξ γιατί είδε σε αυτή μια φιλοσοφική εγγύηση ότι η υφιστάμενη κοινωνική τάξη δεν είναι αιώνια και αμετάβλητη. Αν τα πράγματα δεν εξελίσσονται ευθύγραμμα, τότε αυτό σημαίνει ότι αυτό που υπάρχει και μπορεί να φαίνεται παντοδύναμο σήμερα δεν θα υπάρχει και αύριο και ότι σίγουρα κάτι νέο θα εμφανιστεί στο μέλλον. Όπως η σκληρή και καταθλιπτική δουλοκτητική κοινωνία της Αρχαιότητας που γνώριζε ο Επίκουρος είχε δώσει τη θέση της σε μια άλλη κοινωνική δομή, έτσι και οι αυταρχικές μοναρχίες της εποχής του Μαρξ θα εγκατέλειπαν αναπόφευκτα την ιστορική σκηνή. Ο Επίκουρος με την αντίληψή του για την απόκλιση υπονόμευε τις κατεστημένες εξουσίες ανοίγοντας και θεμελιώνοντας μια προοπτική ανθρώπινης ελευθερίας, η οποία γοήτευε τον νεαρό Μαρξ.

Ο Μαρξ αντιλήφθηκε επίσης παραπέρα ξεκάθαρα ότι αυτή η προοπτική ήταν η αιτία των επιθέσεων που δέχτηκε ο Επίκουρος από αντιδραστικούς και θεολογικούς στοχαστές της Αρχαιότητας όπως ο Κικέρων, ο Αυγουστίνος και ο Πλούταρχος. Από τη μια μεριά, απορρίπτοντας την απόκλιση ο Κικέρων και ο Αυγουστίνος επιχειρούσαν να δώσουν μια κοσμοθεωρητική-θεολογική εγγύηση στη δουλοκτητική κοινωνία, από την άλλη ο Πλούταρχος προσπαθούσε με τον ίδιο τρόπο να στηρίξει το φόβο και τη δουλική υποταγή στις αρχές, παρουσιάζοντας πως οτιδήποτε άλλο ερχόταν στη θέση τους θα ήταν αυθαίρετο και έξω από τη φύση των πραγμάτων. Ο Μαρξ καταρρίπτει αποφασιστικά τις αντιρρήσεις τους:

«Ο Κικέρων και, σύμφωνα με τον Πλούταρχο, αρκετοί αρχαίοι συγγραφείς, κατηγορούν τον Επίκουρο γιατί έλεγε ότι η απόκλιση του ατόμου συμβαίνει χωρίς αιτία. Τίποτα πιο ελεεινό, λέει ο Κικέρων, δεν μπορεί να συμβεί σε έναν φυσικό. Αλλά, πρώτον, μια φυσική αιτία όπως αυτή που θέλει ο Κικέρων θα έριχνε την απόκλιση του ατόμου πίσω στο πεδίο του ντετερμινισμού, έξω από το οποίο επρόκειτο ακριβώς να αρθεί… Τέλος, ο Μπέιλ, υποστηριζόμενος από την αυθεντία του Αυγουστίνου, ο οποίος δηλώνει ότι ο Δημόκριτος αποδίδει στο άτομο μια πνευματική αρχή… κατηγορεί τον Επίκουρο γιατί είχε σκεφτεί την έννοια της απόκλισης αντί αυτής της πνευματικής αρχής. Αλλά απεναντίας, μόνο μια λέξη θα είχε κερδηθεί με αυτή την “ψυχή του ατόμου”, ενώ η απόκλιση αντιπροσωπεύει την πραγματική ψυχή του ατόμου»[2].

Το νόημα της παραπάνω επιχειρηματολογίας του Μαρξ είναι ότι ο μηχανιστικός ντετερμινισμός του Δημόκριτου έκανε αναγκαία την εισαγωγή μιας εξωτερικής, θείας ώθησης για να εξηγηθούν οι ποιοτικές αλλαγές στη φύση. Ο Επίκουρος αντίθετα, με την απόδοση της δυνατότητας της απόκλισης στην ίδια την ύλη καθιστούσε περιττή κάθε θεολογική υπόθεση. Αν η απόκλιση είναι μια ιδιότητα του ίδιου του ατόμου, τότε δεν χρειάζεται διόλου να υποτεθεί μια «ψυχή του ατόμου», όπως αυτή που υπέθετε ο Αυγουστίνος για να ανοίξει το δρόμο στον Θεό. Να προσθέσουμε ότι η εικασία του Επίκουρου έλαβε μια θεαματική επιβεβαίωση στον 20ό αιώνα από την κβαντική μηχανική με την κβαντική απροσδιοριστία, το φαινόμενο σήραγγος, κ.ά. Έστω και αν χρησιμοποιεί ακόμη μια ιδεαλιστική ορολογία, αποκαλώντας την απόκλιση «πραγματική ψυχή του ατόμου», ο Μαρξ οδηγείται έτσι στο συμπέρασμα ότι οι ιδιότητες που αποδίδει ο Επίκουρος στην ύλη θεμελιώνουν την αυθυπαρξία της ύλης.

Ο Μαρξ προβαίνει σε μια διεξοδική ανάλυση και ερμηνεία των θέσεων του Επίκουρου τόσο αναφορικά με τη φύση όσο και με την ανθρώπινη κοινωνία, στην οποία δεν είναι δυνατό να επεκταθούμε εδώ. Αντιλαμβάνεται όμως αυτή τη φιλοσοφία ως το επιστέγασμα της φιλοσοφικής ανάπτυξης που ξεκινά από τους Ίωνες φιλοσόφους και τον Ηράκλειτο και προχωρά μέσω του Σωκράτη στον Πλάτωνα και τον Αριστοτέλη. Σε όλη του την παρουσίαση, δίνει έμφαση στους σχολιασμούς του στα διαλεκτικά στοιχεία του αρχαίου ελληνικού στοχασμού. Αναγνωρίζει σε αυτά τα στοιχεία την αυθεντική προοδευτική κίνηση της σκέψης, αντικρούοντας τη θέση του Πλούταρχου ότι ο Επίκουρος πήρε από την προηγούμενη φιλοσοφία τα λάθος αντί για τα σωστά στοιχεία της.

Ο Μαρξ αναγνωρίζει τελικά ως κύριο επίτευγμα του Επίκουρου ότι διατύπωσε μια συνεπή υλιστική φιλοσοφία που αγκαλιάζει τόσο τη φύση όσο και την κοινωνία. Βέβαια, στα Τετράδια του 1839 και στη διδακτορική του διατριβή εξακολουθεί να απορρίπτει τον επικούρειο υλισμό για χάρη του διαλεκτικού ιδεαλισμού του Χέγκελ, τον οποίο ακόμη θεωρούσε ανώτερο. Ωστόσο, ήδη στα Τετράδια αναφέρεται στην «υπέροχη αντικειμενική αφέλεια» που κάνει τους αρχαίους στοχαστές «για πάντα τους δασκάλους μας» και εξαίρει την «αξιοθαύμαστη φιλοσοφική συνέπεια» του Επίκουρου. Και στην εισαγωγή της διατριβής, πηγαίνοντας ένα βήμα παραπέρα, εκτιμά ότι ο Χέγκελ απέτυχε να εκτιμήσει «τη τεράστια σημασία των υλιστικών συστημάτων» στην αρχαία ελληνική φιλοσοφία[3].

Ολοκληρώνοντας τη δικτατορική του διατριβή, ενώ απέρριπτε ακόμη τον υλισμό του Επίκουρου, ο Μαρξ είχε ήδη αποδεχτεί την αντίληψή του μιας αυθύπαρκτης, μη ευθύγραμμης προόδου, που την εγγυούνταν φιλοσοφικά ακόμη και για την πιο αντίξοη κατάσταση. Ο ίδιος αναφερόταν χαρακτηριστικά στην εισαγωγή της διδακτορικής διατριβής του στον Προμηθέα, ως τον αυθεντικότερο ήρωα όλων των εποχών[4]. Σε δύσκολες εποχές όπως η τωρινή, αυτό το γνήσια ριζοσπαστικό, επαναστατικό πνεύμα, τη θεμελίωση του οποίου άντλησε στα πρώτα βήματά του ο Μαρξ από τον Επίκουρο, διατηρεί μια αμείωτη αξία, ως στήριγμα για την κοινωνική πράξη.

 

*Ο Χρήστος Κεφαλής είναι μέλος της ΣΕ της Μαρξιστικής Σκέψης. Το παρόν άρθρο του είναι αναδημοσίευση από το www.timesnews.gr.



[1] Marx Engels Collected Works (εφεξής MECW), Progress Publishers, τόμ. 1, σελ. 46. Ας σημειωθεί ότι ο Μαρξ σε καμιά περίπτωση δεν υποβιβάζει τον Δημόκριτο. Απεναντίας αναγνωρίζει ότι ο Επίκουρος πήρε έτοιμα πολλά επιστημονικά στοιχεία από αυτόν, τα οποία τροποποιώντας και συμπληρώνοντας διεύρυνε την υλιστική θεώρησή του.

[2] MECW, τόμ. 1, σελ. 50.

[3] MECW, τόμ. 1, σελ. 500, 29-30.

[4] MECW, τόμ. 1, σελ. 31.

0ΥποστηρικτέςΚάντε Like

ΤΕΛΕΥΤΑΙΑ ΑΡΘΡΑ ΑΠΟ ΣΥΝΤΑΚΤΗ

ΠΡΟΣΦΑΤΑ ΑΡΘΡΑ

ΔΗΜΟΦΙΛΗ