Παρατηρώντας το φαινόμενο του φασισμού κατά τον (ευρωπαϊκό) Μεσοπόλεμο βλέπουμε ότι κάνει την εμφάνιση του την περίοδο της μαζικής πολιτικής, γεννιέται δηλαδή σε χώρες που έχει κατακτηθεί το καθολικό εκλογικό δικαίωμα, στις οποίες λειτουργούν πολιτικά κόμματα και διαμορφώνονται πολιτικές εκπροσωπήσεις.
Οι εκλογές της Κυριακής, σύμφωνα με όλες τις προβλέψεις και εκτιμήσεις, αναμένεται να επιφέρουν την ήττα του ΣΥΡΙΖΑ και να οδηγήσουν στην επικράτηση μιας νεοφιλελεύθερης Δεξιάς, η οποία έρχεται να αναλάβει καθήκοντα με υποσχέσεις «ρεβανσισμού» απέναντι στα κοινωνικά στρώματα που τα προηγούμενα χρόνια την είχαν θέσει στο περιθώριο. Η (διαφαινόμενη) αυτή ήττα θα έρθει όμως και να επισφραγίσει ένα τέλος εποχής συνολικά για την ελληνική Αριστερά. Και αυτό γιατί ο λεγόμενος «συμβιβασμός» της «πρώτης φοράς Αριστερά» με τις επιταγές των μνημονίων δεν αποτέλεσε παρά την υλική αποτύπωση των πολιτικών ορίων της Αριστεράς της Μεταπολίτευσης. Μιας Αριστεράς η οποία είχε μάθει (και αποδεχτεί) να κινείται μέσα σε ένα προκαθορισμένο πλαίσιο, σε ένα εξ αρχής ναρκοθετημένο πεδίο, πάντα λίγο πολύ εντός των ορίων που έθετε κάθε φορά η αστική στρατηγική, δηλαδή ο αντίπαλος.
Θέλουμε να μιλήσουμε για τον κομμουνισμό της εποχής μας, την αναγκαία αλλά όχι δεδομένη προοπτική. Θέλουμε να μιλήσουμε ταυτόχρονα για την καθημερινή επιβίωση και τον αγώνα γι’ αυτήν.